Τρίτη 9 Φεβρουαρίου 2021

Φιόντορ Μιχάηλοβιτς Ντοστογιέφσκι

Φιόντορ Ντοστογιέφσκι

Ο Φιόντορ Μιχάηλοβιτς Ντοστογιέφσκι (ρωσ.: Фёдор Михайлович Достоевский,  11 Νοεμβρίου 1821 - 9 Φεβρουαρίου 1881) ήταν Ρώσος συγγραφέας, κορυφαία μορφή της παγκόσμιας λογοτεχνίας.

Οικογενειακή-κοινωνική καταγωγή

Γεννήθηκε στις 11 Νοεμβρίου 1821 στη Μόσχα. Ο πατέρας του ήταν γιος κληρικού, και δεν ήταν αριστοκράτης. Σύμφωνα με την παράδοση της εποχής θα έπρεπε να γίνει και αυτός κληρικός, κατόρθωσε όμως να σπουδάσει ιατρική, έγινε στρατιωτικός γιατρός και με τη σταδιοδρομία του αυτή μπήκε στην κληρονομική αριστοκρατία. Φεύγοντας από τη στρατιωτική υπηρεσία τελείωσε την καριέρα του ως διευθυντής ενός πτωχοκομείου στη Μόσχα. Έτσι η κοινωνική αφετηρία του Ντοστογιέφσκι βρισκόταν κατά κάποιον τρόπο στο σύνορο της αριστοκρατίας και των Rasnotchinzen, (που κατά λέξη μεταφράζεται άνθρωποι από άλλη τάξη) οι οποίοι είναι άτομα του μη αριστοκρατικού μεσαίου στρώματος, με προσωπικές ικανότητες και επιτεύγματα, τα οποία είχαν κατορθώσει να αποκτήσουν πρόσβαση στο ανώτερο στρώμα, κυρίως ως καλλιτέχνες, δημοσιογράφοι, συγγραφείς, δάσκαλοι (ιδίως οικοδιδάσκαλοι), γιατροί, επίσης σε άλλα επαγγέλματα διανοουμένων που ως προϋπόθεση είχαν ένα υψηλότερο πνευματικό επίπεδο. Έτσι, ο πατέρας του ήταν «ευγενής πρώτης γενιάς κι από νομική άποψη ανήκε στα προνομιούχα ανώτερα στρώματα, χωρίς όμως κοινωνικό κύρος.» Ο πατέρας του Ντοστογιέφσκι θα αγοράσει το 1831 ένα μεγάλο αγρόκτημα με τρία χωριά και για να εξασφαλίσει την οικογένειά του και για να έχει πρόσβαση στην αριστοκρατία. Έτσι ο νεαρός Φιοντόρ «δεν μεγάλωσε μέσα στη φτώχεια και στη στέρηση» αλλά μέσα σε συνεχείς οικονομικούς υπολογισμούς και παρατηρώντας την πραγματική φτώχεια στους ασθενείς του πτωχοκομείου. Ο πατέρας του θα δολοφονηθεί το 1839 επειδή ήταν ιδιαίτερα μισητός από τους χωρικούς λόγω του σκληροτράχηλου και αυταρχικού του χαρακτήρα. Ο Ντοστογιέφσκι ύστερα από μία αρχική κατ΄οίκον διδασκαλία πήγε οικότροφος σε δύο σχολεία στη Μόσχα, ένα από τα οποία γαλλικό. Όταν τέλειωσε το σχολείο συνέχισε τις σπουδές του στην Πετρούπολη σε κρατική στρατιωτική σχολή μηχανικών και για σύντομο χρονικό διάστημα άσκησε αυτό το επάγγελμα. Το 1843 αποχωρώντας οριστικά από αυτό το επάγγελμα έλαβε την απόφαση να ασχοληθεί αποκλειστικά με τη λογοτεχνία. Αυτό δεν ήταν παρά το αποτέλεσμα μίας μακράς πορείας, η οποία ξεκινούσε από τα χρόνια της σχολικής εκπαίδευσής του: σταθερός ήταν ο προσανατολισμός του στη λογοτεχνία.

H σύλληψη, η δίκη και η καταδίκη του σε εξορία

Τον Απρίλιο του 1849 ο Ντοστογιέφσκι συνελήφθη και πέρασε από έκτακτο στρατοδικείο. Η κατηγορία ήταν για συμμετοχή σε προδοτική συνωμοσία. Την άνοιξη του 1849 είχε προσχωρήσει σε μια πολιτικοφιλοσοφική λέσχη που έγινε γνωστή ως κίνηση Πετρασέφσκι ή οι Πετρασέφσκηδες. Η ποινή που επιβλήθηκε στον Ντοστογιέφσκι ήταν τέσσερα χρόνια καταναγκαστικά έργα και στρατιωτική υπηρεσία ως απλός στρατιώτης για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα. Στο δικαστήριο δεν αρνήθηκε ούτε τις φιλελεύθερες πεποιθήσεις του ούτε το ενδιαφέρον του για τον ουτοπικό σοσιαλισμό, ιδιαίτερα για τις ιδέες του Σαρλ Φουριέ ή τη διαμαρτυρία του για πολλά φαινόμενα της ρωσικής πραγματικότητας. Παρουσίασε τον εαυτό του ως έναν «αφελή-έντιμο ανθρωπιστή και λόγιο ο οποίος απέβλεπε στο γενικό καλό της ανθρωπότητας», κυρίως όμως ήθελε μέσα από την πλούσια βιβλιοθήκη των Πετρασέφσκι «να γνωρίσει τα νεότατα λογοτεχνικά ρεύματα της Ευρώπης» Το δικαστήριο δεν δέχθηκε αυτή του την εξήγηση και «ίσως είχε τους λόγους του να είναι δύσπιστο» Έτσι από μεταγενέστερες μαρτυρίες είναι λ.χ. γνωστό ότι συμμετείχε ενεργά στην προσπάθεια λειτουργίας παράνομου τυπογραφείου, ενώ «ευκαιριακά είχε δηλώσει πως ήταν διατεθειμένος να πάρει μέρος εν ανάγκη και σε μια ένοπλη εξέγερση» Στις 16 Νοεμβρίου 1849 ο Ντοστογιέφσκι και οι σύντροφοί του δικάστηκαν και καταδικάσθηκαν σε θάνατο. Ακολούθησε ένας πόλεμος νεύρων με εικονικές εκτελέσεις και ατέλειωτες ώρες παραμονής σε μια πλατεία της Πετρούπολης, στις 22 Δεκεμβρίου του 1849, σε αναμονή του εκτελεστικού αποσπάσματος. 

Η ποινή του μετατράπηκε τελικά σε τετραετή εξορία και καταναγκαστικά έργα στο Ομσκ της Σιβηρίας. Το φθινόπωρο του 1855 έγινε υπαξιωματικός και τον επόμενο χρόνο προήχθη σε αξιωματικό. Τον Μάρτιο του 1859 του επιτράπηκε να επιστρέψει στην Ευρωπαϊκή Ρωσία, όχι όμως ακόμα στις μεγάλες πόλεις. Αυτό θα γίνει τον Δεκέμβριο του 1859. Την περίοδο της στρατιωτικής του θητείας θα κάνει τον πρώτο του γάμο: γνωρίζει και παντρεύεται τον Φεβρουάριο του 1857 την Μαρία Ισάγιεβα που λίγο πριν είχε χηρέψει. Ήταν «μία πραγματικά μορφωμένη και με τον τρόπο της γοητευτική γυναίκα, συνάμα όμως έπασχε από ανίατο πνευμονικό νόσημα, νευρική και ευερέθιστη, προφανώς υστερική, αν όχι ψυχοπαθής.»

Μετά την επιστροφή του από την εξορία

Το 1859 επέστρεψε στην Πετρούπολη και εξέδωσε μαζί με τον αδελφό του δύο περιοδικά τα οποία, όμως, δεν σημείωσαν επιτυχία με αποτέλεσμα ο Ντοστογιέφσκι να βρεθεί καταχρεωμένος. Ο μόνος τρόπος για να συγκεντρώσει χρήματα και να ξεπληρώσει τα χρέη του ήταν η συγγραφή. Την ίδια περίοδο εκδηλώθηκε το σχεδόν νοσηρό του πάθος για τα τυχερά παιχνίδια-ακριβώς ως αποτέλεσμα αυτής της οικονομικής δυσχέρειας- που τον έφερε στο χείλος της υλικής και της σωματικής καταστροφής. Σε αυτό το διάστημα έγραψε τα καλύτερα του έργα: Ο παίκτης, Οι αδερφοί Καραμαζώφ, Έγκλημα και Τιμωρία, Ο Ηλίθιος, Οι δαιμονισμένοι. Όταν κατάφερε πλέον να ανασάνει από το βάρος των χρεών ανέλαβε τη διεύθυνση του περιοδικού "Πολίτης" και λίγα χρόνια αργότερα εξέδωσε το δικό του περιοδικό, Το Ημερολόγιο Ενός Συγγραφέα, που σε αντίθεση με τις προηγούμενες εκδοτικές εμπειρίες σημείωσε τεράστια επιτυχία. Πέθανε το 1881 στην Πετρούπολη σε ηλικία 60 ετών.

Το σπίτι-μουσείο του Ντοστογιέφσκι

Στις αρχές Οκτώβρη του 1878, ο Ντοστογιέφσκι με την οικογένειά του μετακόμισε σ' ένα διαμέρισμα στην Οδό Κουζνέτσνυ αριθ. 5. Η απόφαση να πάει σ' ένα νέο σπίτι συνδέεται με τον τραγικό θάνατο του μικρότερου γιου του στις 16 Μαΐου 1878 από επιληψία, αρρώστια που είχε κληρονομήσει από τον ίδιο τον πατέρα του. Το διαμέρισμα αυτό της Κουζνέτσνυ αριθ. 5, όπου ο Ντοστογιέφσκι έζησε για 2 1/2 χρόνια μέχρι το θάνατό του, ήταν στο δεύτερο όροφο με έξι δωμάτια και παράθυρα με θέα στην Εκκλησία του Αγίου Βλαντίμιρ, όπου ο Ντοστογιέφσκι εκκλησιαζόταν στα τελευταία χρόνια της ζωής του. Σ' αυτό το σπίτι με την ταπεινή επίπλωση, ο Ντοστογιέφσκι έγραψε το τελευταίο μυθιστόρημά του Οι αδελφοί Καραμαζώφ. Το Νοέμβριο του 1991, με τη συμπλήρωση 150 χρόνων από τη γέννηση του συγγραφέα, το Μουσείο Ντοστογιέφσκι της Αγίας Πετρούπολης άνοιξε στο κοινό τις πύλες του στο σπίτι αυτό.

Ο Ντοστογιέφσκι, πέρα από επιληπτικός, υπέφερε σ' όλη του τη ζωή και από ασθένεια των πνευμόνων. Στις 26 Γενάρη του 1881, είχε μια σοβαρή πνευμονική αιμορραγία. Το βράδυ της ίδιας ημέρας κάλεσαν τον ιερέα της γειτονικής Εκκλησίας του Αγίου Βλαντίμιρ κι ο Ντοστογιέφσκι εξομολογήθηκε και δέχτηκε τη Θεία Κοινωνία. Όπως γράφει στο "Ημερολόγιό" της η 'Αννα Γρηγόριεβνα Ντοστογιέφσκι, όταν διαβεβαίωνε τον Ντοστογιέφσκι ότι θα ζούσε ακόμη για πολλά χρόνια, εκείνος της απάντησε: "Όχι, το ξέρω, θα πεθάνω σήμερα! Άναψε μια λαμπάδα, 'Αννια, και δώσ`μου το Ευαγγέλιο".

Στις 28 Γενάρη (9 Φεβρουαρίου με το νέο ημερολόγιο), ώρα 8.36 το βράδυ, ο Φιοντόρ Μιχαήλοβιτς Ντοστογιέφσκι πέθανε. Τα νέα για το θάνατο του Ντοστογιέφσκι τάραξαν αφάνταστα τους Ρώσους της Αγίας Πετρούπολης. Για δυο συνεχείς ημέρες, 29-30 του Γενάρη, το διαμέρισμα της Οδού Κουζνέτσνυ αριθ. 5 κατακλυζόταν από κόσμο, που συνέρρεε για το τελευταίο αντίο - μπροστά στο ξεσκέπαστο φέρετρο στη μέση του γραφείου του - στον πολυαγαπημένο του συγγραφέα. Όλα τα δωμάτια του σπιτιού ήταν κατάμεστα με κόσμο. Μεγάλες μορφές της ρωσικής λογοτεχνίας συνωστίζονταν γύρω από το φέρετρό του.

Το Σάββατο στις 31 Γενάρη, η σορός του Ντοστογιέφσκι μεταφέρθηκε από το σπίτι της Οδού Κουζνέτσνυ αριθ. 5. Όλη η Αγία Πετρούπολη, δίχως άλλο προηγούμενο, ακολούθησε τη νεκρική πομπή προς το Μοναστήρι του Αλεξάντερ Νιέφσκι, όπου θα γινόταν η ταφή. Πρωτομηνιά, Φλεβάρης του 1881, μετά την εξόδιο λειτουργία στην Εκκλησία του Αγίου Πνεύματος της Μονής και με την παρουσία τεράστιου πλήθους ανθρώπων, ο Ντοστογιέφσκι τάφηκε στο Κοιμητήριο Τίχβιν (Tikhvin) του Μοναστηριού Αλεξάντερ Νιέφσκι, δίπλα στον τάφο του Ρώσου ποιητή Βασίλι Ζουκόφσκι. Στα 1883, σε επιτάφια τελετή, έγιναν τα αποκαλυπτήρια του μνημείου και της προτομής του Ντοστογιέφσκι, έργο του γλύπτη Ν. Λαβρέτσκυ. Όχι μακρυά από τον τάφο του Ντοστογιέφσκι, βρίσκονται και οι τάφοι διάσημων συνθετών της Ρωσίας - Τσαϊκόφσκι, Ρίμσκυ-Κόρσακοφ, Μουσόργκσκι, Μποροντίν και Γκλίνκα.

Εργογραφία

Μυθιστορήματα

1846:«Oι φτωχοί» - (Бедные люди)

1846:«Ο σωσίας» - ( Двойник)

1847: «Η νοικοκυρά» - (Хозяйка)

1849: «Νιετόσκα Νιεζβάνοβα» - (Неточка Незванова)

1859:«Το όνειρο του θείου μου» - (Дядюшкин сон)

1859:«Το χωριό Στεπαντσίκοβο και οι κάτοικοί του» - (Село Степанчиково и его обитатели )

1861:«Αναμνήσεις από το σπίτι των πεθαμένων» - (Записки из Мёртвого дома)

1861:«Ταπεινοί και καταφρονεμένοι» - (Униженные и оскорблённые)

1864:«Σημειώσεις από το υπόγειο» - (Записки из подполья )

1866 «Έγκλημα και τιμωρία» - (Преступление и наказание)

1867:«Ο παίκτης» - (Игрок)

1869:«Ο ηλίθιος» - (Идиот)

1869:«Ο αιώνιος σύζυγος» - (Вечный муж)

1872:«Οι δαιμονισμένοι» - (Бесы)

1875:«Ο έφηβος» - (Подросток)

1880:«Αδελφοί Καραμαζώφ» - (Братья Карамазовы)

Διηγήματα

1846: «Ο κύριος Προχάρτσιν» - (Господин Прохарчин)

1848: «Πολζούνκοφ» - (Ползунков) – (με τίτλο «Ο παλιάτσος»)

1848: «Από τις σημειώσεις του αγνώστου» (συλλογή διηγημάτων)

«Η γυναίκα ενός άλλου και ο άντρας κάτω απ’ το κρεβάτι» - (Чужая жена и муж под кроватью) атью)

«Το χριστουγεννιάτικο δέντρο και ο γάμος» - (Ёлка и свадьба)

«Λευκές νύχτες» - (Белые ночи)

«Μια αδύναμη καρδιά» - (Слабое сердце)

«Ένας τίμιος κλέφτης» - (Честный вор)

1849: «Ο μικρός ήρωας« - (Маленький герой)

1862: «Μια αξιοθρήνητη ιστορία» - (Скверный анекдот) 

1865: «Ο κροκόδειλος» - (Крокодил)

1873: «Μπόμποκ» - (Бобок)

1876: «Το παιδί στο δέντρο του Χριστού» - (Мальчик у Христа на ёлке)

1876: «Ένα γλυκό κορίτσι» - (Кроткая)

1877: «Το όνειρο ενός γελοίου» - (Сон смешного человека)

«Ο χωρικός Μάρεϊ»

Διάφορα

1863: «Χειμερινές σημειώσεις σε καλοκαιρινές εντυπώσεις» - (Зимние заметки о летних впечатлениях): Οι εντυπώσεις του συγγραφέα από το πρώτο του ταξίδι στην Ευρώπη

1873 - 1881:«Το Ημερολόγιο Ενός Συγγραφέα» - (Дневник писателя):συλλογή δοκιμίων, άρθρων, απόψεων και διηγημάτων του συγγραφέα

1880: «Ο λόγος για τον Πούσκιν» - (Речь Достоевского о Пушкине) :Ο λόγος που εκφώνησε ο Ντοστογιέφσκυ με αφορμή την αποκάλυψη του μνημείου Πούσκιν στην Μόσχα. 

1834- 1859: «Αλληλογραφία» - επιλογή από την αλληλογραφία του συγγραφέα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια el.wikipedia.org

Φωτογραφίες: 

Το σπίτι που έζησε και πέθανε ο Ντοστογιέφσκι στην Αγία Πετρούπολη, Οδός Κουζνέτσκυ αριθ. 5.

Ο τάφος του Ντοστογιέφσκι στο Κοιμητήριο Τίχβιν της Μονής Αλεξάντερ Νιέφσκι στην Αγία Πετρούπολη

Δείτε ακόμα

Φιόντορ Ντοστογιέφσκι www.facebook.com

Ο Ντοστογιέφσκι στο απόσπασμα sansimera.gr

ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ ΦΙΟΝΤΟΡ ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΙ ebooks4greeks.gr


Προηγούμενες αναρτήσεις μας:

Το ουράνιο χριστουγεννιάτικο δέντρο  olympos2021.blogspot31

" Έγκλημα και Τιμωρία " Σαν να μιλά για το σήμερα!  olympos2021.blogspot9

Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Δραγάσης Παλαιολόγος

«Το Παραμύθι της Γιαγιάς» του Γύζη 1884

Γεώργιος Βιζυηνός

Ὁ τελευταῖος Παλαιολόγος

Τὸν εἶδες μὲ τὰ μάτια σου, γιαγιά, τὸν Βασιλέα,
ἢ μήπως καὶ σὲ φάνηκε, σὰν ὄνειρο, νὰ ποῦμε,
   σὰν παραμύθι τάχα;

-Τὸν εἶδα μὲ τὰ μάτια μου, ὡσὰν καὶ σένα νέα,
πὰ νὰ γενῶ ἑκατὸ χρονῶ, κι᾿ ἀκόμα τὸ θυμοῦμαι,
   σὰν νἄταν χτὲς μονάχα.

Στὴν Πόλη, στὴν Χρυσόπορτα, στὸν πύργον ἀπὸ κάτου,
εἶν᾿ ἕνα σπήλαιο πλατύ, στρωμένο σὰν παλάτι,
   σὰν ἅγιο παρακκλήσι;

Κανένας Τοῦρκος δὲν μπορεῖ νὰ κρατηθῇ κοντά του,
κανεὶς τῆς σιδερόπορτας ναὕρῃ τὸ μονοπάτι,
   νὰ πὰ νὰ τὸ μηνύσῃ.

Μόνο κανένας Χριστιανός, κανένας ποὺ τὸ ξέρει,
περνᾷ π᾿ αὐτοῦ κρυφὰ κρυφὰ καὶ τὸν σταυρό του κάνει
   μὲ φόβο καὶ μ᾿ ἐλπίδα.

Ἔτσι κι᾿ ἐγώ, βαστούμενη στὸ πατρικό μου χέρι,
ἐπῆγα καὶ προσκύνησα. Καὶ ἐδ᾿ αὐτοῦ μ᾿ ἐφάνη-
   Ὄχι μ᾿ ἐφάνη! Εἶδα:

Μέσ᾿ στὸ σκοτάδι τὸ βαθὺ ἕν᾿ ἄστρο, σὰν λυχνάρι,
σὰν μία φλόγα μυστική, ἀπ᾿ τὸν Θεὸ ἀναμμένη.
   γαλάζια λάμψι χύνει.

Καὶ φέγγει τὴν λευκόχλωμη τοῦ Βασιλέως χάρι,
ποὺ μὲ κλεισμένα βλέφαρα ἐξαπλωμένος μένει
   στὴν ἀργυρή του κλίνη.

- Ἀπέθανε, γιαγιά; - Ποτέ, παιδάκι μου! Κοιμᾶται,
κοιμᾶται μόνο! Τὴν χρυσὴ κορῶνα στὸ κεφάλι,
   τὸ σκῆπτρο του στὸ χέρι.

Καί, σὰν παληοί του σύντροφοι, πιστοί του
παραστᾶται, στὰ στήθη τ᾿ ὁ Σταυραετός, στὰ πόδια του
   προβάλλει δικέφαλο Ξαφτέρι.

Ἐπάν᾿ ἀπ᾿ τὸ κεφάλι του, ἡ ἀσπίδα παραστέκει,
κι᾿ ἐκεῖ ποὺ τὸ χρυσόπλεκτο, τὸ ψηφωτὸ ζωνάρι
   τὴν μέση του κατέχει,

σὰν ἀστραπὴ π᾿ ἀπέμεινε χωρὶς ἀστροπελέκι,
ζερβιά, ὡς κάτου κρέμεται τ᾿ ἀστραφτερὸ θηκάρι-
   μέσα σπαθὶ δὲν ἔχει!

-Γιατί, γιαγιά; Ποῦ εἶναι τό; -Βαμμένο μέσ᾿ στὸ αἷμα,
ἀκόμ᾿ ὡς τώρα βρίσκεται σ᾿ ἑνὸς ἀγγέλου χέρι,
   στὸν οὐρανὸ ἐπάνου...

Ἤτανε τότε ποὺ ἡ Τουρκιὰ τὴν Πόλην ἐπολέμα.
Μέσα μία φοῦχτα ἐλεύθεροι, ἀπ᾿ ἔξω μύριο ἀσκέρι,
   οἱ σκλάβοι τοῦ Σουλτάνου.

Κι᾿ ὁ Μωχαμὲτ ὁ ἴδιος του πὰ στ᾿ ἄγριό του ἄτι
-Δός μου τῆς Πόλης τὰ κλειδιά! τοῦ Κωνσταντίνου κράζει,
   καὶ τὸ σπαθί σου δός μου!

-Ἔλα καὶ πάρ᾿ τα! λέγ᾿ αὐτός, τοῦ Τούρκου τοῦ μουχτάτη
Ἐγὼ δὲν δίνω τίποτε! Τίποτ᾿ ἐνόσῳ βράζει
   μία στάλλα γαῖμα ἐντός μου!-

Κι᾿ ἐπρόβαλαν τὰ λάβαρα, κι᾿ ἀρχίνησεν ἡ μάχη!
Σαράντα μέραις πολεμοῦν, σαράντα μερονύχτια
   χτυπιοῦνται καὶ χτυποῦνε,

οἱ Τοῦρκοι σὰν τὰ κύματα κι᾿ οἱ Χριστιανοὶ σὰν βράχοι.
Κι᾿ οὔτε τῶν Φράγκων προδοσιαίς, οὔτε τῶν φλάρων δίχτυα
   τὸν Βασιλέα σειοῦνε.

Ἀπ᾿ ταὶς σαράντα κι᾿ ὕστερα Θεὸς τὸν παραγγέλλει.
-Γιὰ τοῦ λαοῦ τὰ κρίματα, εἶναι γραφτὸ νὰ γείνῃ,
   προσκύνα τὸν Σουλτάνο!-

Μ᾿ αὐτός, τὸ χέρι στὸ σπαθί, πεισμόνεται, δὲν θέλει!
-Πρὶν μπρὸς σὲ Τοῦρκο τύραννο τὸ γόνατό μου κλίνῃ,
   πὲς κάλλιο ν᾿ ἀποθάνω!-

Ἔξ᾿ ἀπ᾿ τὸ κάστρο χύνεται μὲ σπάθα γυμνωμένη,
καὶ σφάζει Τούρκων κατοσταὶς κι᾿ ἀγαρινῶν χιλιάδες-
   Ἐκεῖνος κι᾿ ὁ στρατός του.

Μὰ ἦτ᾿ ὀλίγος ὁ στρατός, κι᾿ οἱ πρῶτοι λαβωμένοι!
Ἔπεσαν τ᾿ ἀρχοντόπουλα ἔφυγαν οἱ Ρηγάδες,
   κι᾿ ἀπέμεινεν ἀτός του.

Ὅσο τὸν ζώνουν τὰ σκυλιά, τόσο χτυπᾷ καὶ σφάζει,
σὰν πληγωμένος λέοντας, σὰν τίγρη τῆς ἐρήμου,
   ποὺ τὰ παιδιά της σκώσουν.

Μὰ κεῖ τοῦ πέφτει τ᾿ ἄλογο! Καὶ πέφτ᾿ αὐτὸς καὶ κράζει.
-Δὲν βρίσκετ᾿ ἕνας Χριστιανὸς νὰ πάρ᾿ τὴν κεφαλή μου,
   πρὶν πᾶν καὶ μὲ σκλαβώσουν;-

Μιὰ τρίχα καὶ τὸν σκότωνεν Ἀράπικη λεπίδα!
Μὰ δὲν τὸ ἤθελ᾿ ὁ Θεός. Δὲν ἤθελε ν᾿ ἀφίσῃ
   τῶν Χριστιανῶν τὸ Γένος

αἰώνια δίχως βασιλιᾶ κι᾿ ἐλευθεριᾶς ἐλπίδα.
Γι᾿ αὐτὸ προστάζ᾿ ἕν᾿ ἄγγελο νὰ πὰ νὰ τὸν βοηθήση,
   σὰν ἦταν κυκλωμένος.

Κι᾿ αὐτὸς τὸν Μαῦρο λακπατᾷ, τὸν Βασιλὲ γλυτώνει.
τὸ κοφτερό του τὸ σπαθί του παίρν᾿ ἀπὸ τὸ χέρι,
   τοὺς Τούρκους διασκορπίζει.

Πὰ στὰ λευκά του τὰ φτερὰ τὸν Βασιλέα σκώνει,
μέσ᾿ στὸ πλατὺ τὸ σπήλαιο, ποὺ σ᾿ εἶπα, τόνε φέρει,
   κι᾿ ἐκεῖ τόνε κοιμίζει.-

-Καὶ τώρα πιὰ δὲν εἰμπορεῖ, γιαγιάκα, νὰ ξυπνήσῃ;
-Ὢ βέβαια! Καιροὺς καιρούς, σηκώνει τὸ κεφάλι,
   στὸν ὕπνο τὸν βαθύ του,

καὶ βλέπ᾿ ἂν ἦρθεν ἡ στιγμή, πὤχ᾿ ὁ Θεὸς ὁρίσει,
καὶ βλέπ᾿ ἂν ἦρθ᾿ ὁ ἄγγελος γιὰ νὰ τοῦ φέρῃ πάλι
   τὸ κοφτερὸ σπαθί του.

-Καὶ θἄρθη, ναί, γιαγιάκα μου; -Θἄρθη, παιδί μου, θἄρθη.
Καὶ ὅταν ἔρθῆ, τί χαρὰ στὴν γῆ, στὴν οἰκουμένη,
   σ᾿ ὅποιους θὰ ζοῦνε τότε!

Διπλό, τριπλὸ θὰ πάρουμεν αὐτὸ ποὺ μᾶς ἐπάρθη,
κι᾿ ἡ Πόλη, κι᾿ ἡ Ἁγιασοφιὰ δική μας θένα γένη.
   -Πότε, γιαγιά μου; Πότε;

-Ὅταν τρανέψῃς, γυόκα μου, κι᾿ ἀρματωθῇς καὶ κάμῃς
τὸν ὅρκο στὴν Ἐλευθεριά, σὺ κι᾿ ὅλ᾿ ἡ νεολαία,
   νὰ σώσετε τὴν χώρα.

Τότε θὲ νἄρθ᾿ ὁ ἄγγελος κι᾿ ἀγγελικαὶ δυνάμεις,
νὰ μποῦνε, νὰ ξυπνήσουνε, νὰ ποῦν στὸν Βασιλέα,
   πὼς ἦλθε πιὰ ἡ ὥρα!

Κι᾿ ὁ Βασιλὲς θὰ σηκωθῇ, τὴν σπάθα του θὰ δράξη,
καί, στρατηγός σας, θὲ νὰ μπῇ στὸ πρῶτο του βασίλειο
   τὸν Τοῦρκο νὰ χτυπήσῃ.

Καὶ χτύπα, χτύπα θὰ τὸν πὰ μακρὰ νὰ τὸν πετάξῃ,
πίσω στὴν Κόκκινη Μηλιά, καὶ πίσ᾿ ἀπὸ τὸν ἥλιο,
   ποὺ πιὰ νὰ μὴ γυρίσῃ!

Πηγήusers.uoa.gr

Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος

Ο Κωνσταντῖνος ΙΑ' Δραγάσης Παλαιολόγος, 9 Φεβρουαρίου 1404 - 29 Μαΐου 1453 (49 ετών) , ήταν ο τελευταίος Αυτοκράτορας του οποίου η ηρωϊκή αντίσταση κατά των Οθωμανών σφράγισε τις ύστατες στιγμές της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας περνώντας ο ίδιος στη σφαίρα του θρύλου, του μύθου και της φαντασίας.

    Γιος του αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγου (1391-1425) από την Ελένη Δραγάση (Jelena Dragaš), κόρη του Σέρβου άρχοντα των Σερρών, και νεότερος αδελφός τού αυτοκράτορα Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγου (1425-1448). Γεννήθηκε το 1404.

    Όταν ήταν ακόμη νεαρός, ο πατέρας του Μανουήλ του είχε αναθέσει τη διοίκηση πόλεων του Ευξείνου Πόντου.

    Το 1427 ο Κωνσταντίνος φτάνει στο Μυστρά για να βοηθήσει τους αδερφούς του Θωμά και Θεόδωρο στην ανάκτηση των φραγκοκρατούμενων περιοχών της Πελοποννήσου.

    Το 1429 0 Κωνσταντίνος Παλαιολόγος καταλαμβάνει και την Πάτρα μετά από πολιορκία.

    Το 1432 η ανάκτηση τελειώνει. Εκτός από την Μεθώνη, την Κορώνη το Ναύπλιο και το Άργος που είναι στα χέρια των Βενετών, ολόκληρη η υπόλοιπη Πελοπόννησος είναι στα χέρια των Ελλήνων με το Θεόδωρο να εξουσιάζει τον Μυστρά, το Θωμά τη Γλαρέντζα και τον Κωνσταντίνο τα Καλάβρυτα.

    Η παραμονή και των τριών αδελφών στην Πελοπόννησο δημιουργούσε οπωσδήποτε προβλήματα, οπότε ο Κωνσταντίνος πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου παρέμεινε από το Σεπτέμβριο του 1435 ως τον Ιούνιο του 1436, για να συζητήσει σχετικά θέματα με τον αυτοκράτορα.

    Στο διάστημα 1435-1441 μετέβη στην Ιταλία, όπου μετείχε στις επιτροπές των Βυζαντινών, που προσπαθούσαν να πετύχουν την ένωση των Εκκλησιών (Ορθοδόξων-Καθολικών). Η ρήξη με τον αδελφό του Θεόδωρο προσέλαβε επικίνδυνες διαστάσεις και χρειάστηκαν σύντονες προσπάθειες για να επιτευχθεί συμβιβαστική συμφωνία και συνδιαλλαγή. Η διοίκηση του δεσποτάτου αναλήφθηκε από το Θεόδωρο και το Θωμά, ο δε Κωνσταντίνος επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη για να συμπαρασταθεί στις προσπάθειες τού Ιωάννη Η΄.

    Αντικατέστησε τον αυτοκράτορα κατά την περίοδο τής μετάβασής του στη Δύση για τη συμμετοχή στη Σύνοδο Φεράρας-Φλωρεντίας (27 Νοεμβρίου 1439 - 1 Φεβρουαρίου 1440), ενώ μετά την άφιξη του αυτοκράτορα στην Κωνσταντινούπολη ο Κωνσταντίνος επέστρεψε και πάλι στην Πελοπόννησο.

    Η στάση του Δημητρίου Παλαιολόγου, που υποστηρίχθηκε από τους Τούρκους, ανάγκασε τον Κωνσταντίνο να σπεύσει και πάλι στην Κωνσταντινούπολη (1442-1443), για να ενισχύσει τις δυνάμεις του αυτοκράτορα.

    Τον Οκτώβριο του 1443 ανέλαβε δεσπότης του Μυστρά και αφιερώθηκε με ζήλο στη διοικητική και στρατιωτική αναδιοργάνωση του δεσποτάτου, με απώτερο σκοπό την ενίσχυση της άμυνας της Πελοποννήσου έναντι της τουρκικής απειλής. Οικοδόμησε τα τείχη του Εξαμιλίου στον Ισθμό της Πελοποννήσου και επέκτεινε το δεσποτάτο του κατακτώντας τη Βοιωτία και τη Φωκίδα. Όμως ο Μουράτ Β΄ οργάνωσε μια μεγάλη εκστρατεία εναντίον του. Κατέστρεψε το φρούριο στο Εξαμίλιο, την Κόρινθο και την Πάτρα. Ο Κωνσταντίνος αναγκάστηκε να ζητήσει ειρήνη και να γίνει φόρου υποτελής στον Τούρκο σουλτάνο.

    Μετά τον θάνατο τού Ιωάννη Η΄, στέφθηκε αυτοκράτορας στον Μυστρά (6 Ιανουαρίου 1449) και πήγε στην Κωνσταντινούπολη με πολλές ελπίδες και μεγάλη αγωνία για το μέλλον τής αυτοκρατορίας. Η τουρκική απειλή περιέσφιγγε τη βασιλεύουσα και στρεφόταν πλέον εναντίον της. Ο Κωνσταντίνος αφιερώθηκε στην επισκευή και την ενίσχυση των οχυρωματικών έργων, καθώς και στην αναδιοργάνωση τού στρατού, ο οποίος θα αναλάμβανε το βαρύ έργο της άμυνας τής πόλης.

    Οι αποδεδειγμένες πολιτικές και στρατιωτικές ικανότητες τού Κωνσταντίνου δεν είναι δυνατόν να ανατρέψουν τον διαμορφωμένο συσχετισμό δυνάμεων, η άνοδος δε στην εξουσία τού φιλόδοξου σουλτάνου Μωάμεθ Β΄ (1451) έκανε περισσότερο αισθητό τον κίνδυνο για την Κωνσταντινούπολη. Η ανέγερση στον Βόσπορο τού υψηλού φρουρίου Ρούμελι Χισάρ και οι στρατιωτικές προετοιμασίες των Τούρκων, συντονίζονταν με τελικό στόχο την άλωση τής πρωτεύουσας τής αυτοκρατορίας.

    Οι εκκλήσεις τού Κωνσταντίνου προς τη Δύση για ενισχύσεις αντιμετωπίζονταν με περίεργη αδιαφορία. Ο Πελοποννήσιος καρδινάλιος και προηγουμένως μητροπολίτης Ρωσίας Ισίδωρος, που έφθασε στην Κωνσταντινούπολη με ελάχιστες δυνάμεις, δεν μπορούσε να προσφέρει ελπίδες. Οι 3.000 περίπου βυζαντινοί και οι 2.000 περίπου ξένοι, από τους οποίους 700 περίπου Γενουάτες με αρχηγό τον Ιουστινιάνη, ήταν πολύ λίγοι για να αποκρούσουν τις επιθέσεις του πολυάριθμου και αξιόμαχου τουρκικού στρατού. Η ισχυρή οχύρωση της πόλης απαιτούσε και ισχυρή φρουρά για την απόκρουση των επιθέσεων από την ξηρά, αφού η απειλή από τη θάλασσα εξουδετερωνόταν με την περίφημη αλυσίδα τού Κεράτιου Κόλπου. Ωστόσο η μεταφορά από την ξηρά (υπερνεώλκηση) περίπου 70 τουρκικών πλοίων από τον Βόσπορο στον Κεράτιο κατέστησε την πολιορκία ασφυκτική (22-23 Απριλίου 1453).

    Στις 21 Μαΐου, ο σουλτάνος έστειλε πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη. Ζητούσε την παράδοση της πόλης με την υπόσχεση να επιτρέψει στον Αυτοκράτορα και σε όσους το επιθυμούσαν να φύγουν με τα υπάρχοντά τους. Επίσης, θα αναγνώριζε τον Κωνσταντίνο ως ηγεμόνα της Πελοποννήσου. Τέλος, εγγυόταν για την ασφάλεια του πληθυσμού που θα παρέμενε στην πόλη. Οι αντιπροτάσεις του Κωνσταντίνου διαπνέονταν από πνεύμα αξιοπρέπειας και αποφασιστικότητας. Δέχονταν να πληρώσει υψηλότερους φόρους υποτέλειας και να παραμείνουν στα χέρια των Τούρκων όλα τα κάστρα και τα εδάφη που είχαν στο μεταξύ κατακτήσει. Για την Κωνσταντινούπολη όμως δήλωσε:

«Τὸ δὲ τὴν πόλιν σοὶ δοῦναι οὔτ' ἐμὸν ἐστίν οὔτ' ἄλλου τῶν κατοικούντων ἐν ταύτῃ κοινῇ γὰρ γνώμῃ πάντες αὐτοπροαιρέτως άποθανοῦμεν καὶ οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν.»

Δηλαδή, σε σύγχρονη απόδοση:

« Το να σου (παρα)δώσω όμως την πόλη ούτε σε εμένα επαφίεται ούτε σε άλλον από τους κατοίκους της διότι με κοινή απόφαση οι πάντες θα αποθάνουμε αυτοπροαίρετα και δεν θα υπολογίσομε τη ζωή μας.»

    Στις 28 Μαΐου, ο Μωάμεθ αποφάσισε τη γενική και τελική επίθεση εναντίον της πόλης. Ο Κωνσταντίνος, μετά την τέλεση της θείας λειτουργίας στον ναό της Αγίας Σοφίας, ενθάρρυνε τη φρουρά που θα έδινε τον αγώνα για την απόκρουση τής μεγάλης επίθεσης. Πράγματι, η πρώτη επίθεση αποκρούστηκε, αλλά η αναπλήρωση των απωλειών τής φρουράς ήταν δύσκολη. Ο τραυματισμός του Γενουάτη Ιουστινιάνη υπήρξε σοβαρό πλήγμα. Τέλος και ενώ ο Κωνσταντίνος αγωνιζόταν στο πλευρό των στρατιωτών του ως απλός στρατιώτης, οι Τούρκοι μπήκαν στην πόλη το πρωί της 29ης Μαΐου του 1453. Η Κωνσταντινούπολη έπεσε στον αλλόθρησκο κατακτητή και έγινε πηγή θρύλων και παραδόσεων στη μνήμη τού λαού.

    Ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ υπήρξε ο τελευταίος αυτοκράτορας τού Βυζαντίου, ο οποίος με το φρόνημα και την αυτοθυσία του, σημάδεψε χαρακτηριστικά το γεγονός τής πτώσης. Ο αυλικός του Γεώργιος Φραντζής διηγείται με απλότητα τον θάνατο τού τελευταίου βυζαντινού αυτοκράτορα:

«Ο βασιλεύς οὖν ἀπαγορεύσας ἐαυτόν, ἰστάμενος βαστάζων σπάθην και ἀσπίδα, είπε λόγον λύπης άξιον "οὐκ έστί τις τῶν χριστιανῶν τοῦ λαβεῖν τήν κεφαλήν μου ἀπ΄ ἐμοῦ;" ἦν γάρ μονώτατος ἀπολειφθείς. τότε είς τῶν Τούρκων δούς αὐτῷ κατά πρόσωπον καί πλήξας, καί αὐτός τῷ Τούρκῳ ἐτέραν ἐχαρίσατο' τῶν ὁπισθεν δ΄ἐτέρος καιρίαν δούς πληγήν, ἔπεσε κατά γῆς' οὐ γάρ ῄδεισαν ὃτι ὁ βασιλεύς ἐστιν, ἀλλ΄ ὡs κοινόν στρατιώτην τοῦτον θανατώσαντες ἀφῆκαν».

    Σύμφωνα με την περιγραφή του Φραντζή, οι κατακτητές, μετά το τέλος του αγώνα, αναζήτησαν το σώμα του αυτοκράτορα:

«πλείονας κεφάλας τῶν άναιρεθέντων ἔπλυναν, εἰ τύχοι καί τήν βασιλικήν γνωρίσωσι, καί οὐκ ἡδυνήθησαν γνωρίσαι αὐτήν, εἰ μή τό τεθνεώς πτῶμα τοῦ Βασιλέως εὐρόντες ὄ ἐγνώρισαν ἐκ τῶν βασιλικῶν περικνημίδων, ή και πεδίλων ένθα, χρυσοί ἀετοί ἦσαν γεγραμμένοι, ὡs ἔθος ὑπῆρχε τοῖς βασιλεύσι».

    Η αναγνώριση του νεκρού αυτοκράτορα συνοδεύθηκε από την εντολή τού σουλτάνου Μωάμεθ Β΄ να ταφεί με τις αρμόζουσες βασιλικές τιμές, χωρίς όμως να ανακοινωθεί και ο τόπος της ταφής. Οι μυστικοί πόθοι τού λαού συνέδεσαν τον θρύλο τού μαρμαρωμένου βασιλιά, με την ελπίδα για την απελευθέρωση και την αποκατάσταση τής αυτοκρατορίας.

    Ο θρύλος λέει ότι τη στιγμή που ο βασιλιάς περικυκλώθηκε από τους Τούρκους, ένας άγγελος του Κυρίου τον άρπαξε και τον έκρυψε σε μια σπηλιά, αφού πρώτα τον μαρμάρωσε. Στη σπηλιά αυτή περιμένει για αιώνες ο "Μαρμαρωμένος Βασιλιάς" να ξαναέρθει την κατάλληλη στιγμή, "το πλήρωμα του χρόνου", και ο άγγελος Κυρίου θα του ξαναδώσει τη ζωή και το σπαθί του για να διώξει τους Τούρκους από την Κωνσταντινούπολη. Άλλοι θρύλοι και προφητείες αναφέρουν ότι θα τους κυνηγήσει μέχρι την "Κόκκινη Μηλιά" και στη μάχη που θα γίνει οι Τούρκοι θα νικηθούν και "θα κολυμπήσει το μοσχάρι στο αίμα τους".

    Ο θρύλος προσθέτει, ακόμα, ότι οι Τούρκοι ψάχνουν συνεχώς να ανακαλύψουν τη σπηλιά, όπου βρίσκεται ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς για να χτίσουν την είσοδό της, ώστε να μην μπορεί να ξαναβγεί από εκεί. Όμως, οι προσπάθειες τους είναι συνεχώς άκαρπες, αφού ο άγγελος προστατεύει τον Μαρμαρωμένο Βασιλιά και περιμένει την εντολή του Θεού για να τον ξυπνήσει.

    Ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ κοινώνησε την Θεία Ευχαριστία από τα χέρια του ενωτικού Πατριάρχη Ισιδώρου (1452-53) λίγες μόνο ώρες πριν από τον θάνατό του. Θεωρείται Άγιος από τους Ελληνόρρυθμους Καθολικούς.

Αφίσα του 1919: Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος δείχνει τον δρόμο προς την Κωνσταντινούπολη στον Βασιλιά Κωνσταντίνο.

Από el.wikipedia.org, το διαβάσαμε στο roykoymoykoy.blogspot.com

Δείτε και προηγούμενη ανάρτησή μας olympos2021.blogspot.com

Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2021

Διακόσια χρόνια ἀπό τήν Ἐθνεγερσία - Ἡ ἱστορική ἀλήθεια καί ἡ παραχάραξή της

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ: ΔΙΑΚΟΣΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΑ – Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ Η ΠΑΡΑΧΑΡΑΞΗ ΤΗΣ.

 ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ

Ἐν Πειραιεῖ τῇ 4 Φεβρουαρίου 2021

Διακόσια χρόνια ἀπό τήν Ἐθνεγερσία - Ἡ ἱστορική ἀλήθεια καί ἡ παραχάραξή της.

Ἡ συμπλήρωσις 200 χρόνων ἀπό τῆς Ἐθνεγερσίας τοῦ 1821 μᾶς φέρει ἀντιμετώπους μέ τήν ἱστορία ὄχι ἀσφαλῶς ὡς διανοητική ἐπεξεργασία καί προσέγγιση μέ ἰδεολογικό πρόσημο μιᾶς ἐμπαθοῦς ἰντελιγκέντσιας πού ρίχνει τά πάρθια βέλη της κατά τῆς ἱστορικῆς ἀλήθειας καί ἐπιδιώκει νά συσκοτίσει καί νά διαστρέψει τήν πραγματικότητα ἀλλά ὡς ἀλήθεια τῶν πραγμάτων. Δυστυχῶς γνωστοί ἰδεολογικοί χῶροι δέν διστάζουν νά παρασιωπήσουν τήν ἱστορική πραγματικότητα καί νά θυσιάσουν τήν ἱστορική ἀλήθεια στό βωμό τῶν ἰδεοληψιῶν τους.

Τό πρῶτο θέμα πού τίθεται εἶναι τά αἴτια καί οἱ σκοποί τῆς Ἐθνεγερσίας καί ὑψώνονται ὡς δῆθεν ἐφαλτήρια γιά τόν ξεσηκωμό τοῦ δούλου Γένους ἡ Γαλλική Ἐπανάστασις πού ἔγινε γιά τήν θεραπεία τοῦ μίσους, πού γκρέμισε τήν ἀπολυταρχία τῶν Βουρβώνων καί ἐνθρόνισε τήν τρομοκρατία τῆς γκιλοτίνας καί τόν ἡμιπαράφρονα Ναπολέοντα Βοναπάρτη, πού αἱματοκύλισε τήν Εὐρώπη καί πού εἶχε ὡς τελική πρᾶξη τήν παλλινόρθωση τῶν Βουρβώνων καί ἡ διακήρυξις τῆς Ἀμερικανικῆς ἀνεξαρτησίας πού ἔγινε κάτω ἀπό τήν ἀσήκωτη φορολογία τοῦ Ἄγγλου βασιλέως στούς ἐποίκους τῆς Βορειοαμερικανικῆς Ἠπείρου. Ὑψώνουν τό πρόταγμα τοῦ Γαλλικοῦ «Διαφωτισμοῦ» γιά νά ἀπομειώσουν τήν ἱστορική ἀλήθεια τήν συνυφασμένη μέ τήν ἰδιοπροσωπία καί τήν ταυτότητα τοῦ Γένους πού ζωογονεῖτο καί τροφοδοτεῖτο στά τέσσερα μαῦρα ἑκατόχρονα τῆς δουλείας ἀπό τήν πίστη στή διαχρονία τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.

Τά ἱστορικά γεγονότα ἀπό τῆς ἁλώσεως τῆς Κωνσταντίνου Πόλεως διαψεύδουν ὅλη αὐτή τήν θολοκουλτούρα γιατί καταδεικνύουν ὅτι οἱ Ἕλληνες, οἱ εἰς Χριστόν πιστεύοντες Ὀρθόδοξα, ὅπως διεκήρυξε τό πρῶτο Σύνταγμα τῆς Ἐπαναστάσεως δέν περίμεναν νά δοῦν τούς Ἀμερικανούς νά ἐπαναστατοῦν γιά τήν φορολογία τοῦ τσαγιοῦ ἐναντίον τῶν Ἄγγλων, οὔτε τόν Ροβεσπιέρο νά ἀνεβάζει στήν γκιλοτίνα τούς συμπατριῶτες του γιά νά «ἐμπνευσθοῦν». Ἀπό τό 1453 ἕως τό 1808 ὑπῆρξαν συνεχεῖς ἐξεγέρσεις, στάσεις καί ἐπαναστάσεις ἐναντίον τοῦ Ὀθωμανικοῦ ζυγοῦ πού ἀναντίρρητα κονιορτοποιοῦν τίς ἱστορικές ἀνακρίβειες τῶν δῆθεν διαφωτιστῶν καί ἀναδομητῶν τῆς ἱστορικῆς ἀλήθειας.

 Ἕνας πίνακας πού συντρίβει ὅλο τό ἰδεολόγημα τοῦ λεγομένου Εὐρωπαϊκοῦ «Διαφωτισμοῦ», ὡς δῆθεν ἐφαλτηρίου τῆς Ἐθνεγερσίας παρατίθεται:

1457 – 1472: Ἐξέγερση στή Μάνη ἀπό τόν Βησσαρίωνα

1466, Αὔγουστος: Ἐξέγερση στήν Πάτρα ὑπό τόν Mητροπολίτη Πατρῶν Νεόφυτο.

1479 – 1481: Ἑλληνική ἐπαναστατική ἀπόπειρα ἀπό τόν Κροκόδειλο Κλαδᾶ στή Μάνη καί Θεόδωρο Μπούα στό Ἄργος, καθώς καί στή Μακεδονία.

1492 – 1496: Ἑλληνική ἐπαναστατική ἀπόπειρα ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Δυρραχίου, Ἀνδρέα Παλαιολόγο καί τόν Κωνσταντῖνο Ἀριανήτη στήν Ἤπειρο καί Θεσσαλία.

1501: Ἑλληνική ἐπαναστατική ἀπόπειρα Ἑλλήνων κατά Τούρκων.

1503: Ἑλληνική ἐπαναστατική ἀπόπειρα ἀπό τόν Μᾶρκο Μουσοῦρο.

1525: Ἑλληνική ἐπαναστατική ἀπόπειρα Ἑλλήνων κατά Τούρκων ἀπό τόν Ἰάννο Λάσκαρῃ.

1531: Ἀνακάλυψη τῆς ἐπαναστατικῆς ἀπόπειρας στή Ρόδο καί σφαγή τοῦ Μητροπολίτη Εὐθυμίου καί ἄλλων.

1532: Ἐπανάσταση στήν Πάτρα μέ τή βοήθεια τοῦ Ἱσπανικοῦ στόλου ὑπό τήν ἡγεσία τοῦ Ἀνδρέα Ντόρια.

1565: Ἑλληνική ἐπαναστατική ἀπόπειρα στήν Ἤπειρο.

1571: Μετά τή ναυμαχία τῆς Ναυπάκτου (7 Ὀκτ.), οἱ Ἕλληνες σέ πολλά μέρη ἔλαβαν θάρρος καί ἔκαναν ἐξεγέρσεις μέ τήν ὑποκίνηση καί τῶν δυτικῶν δυνάμεων. Οἱ δυτικοί ὅμως δέν πρόσφεραν οὐσιαστική βοήθεια καί οἱ ἐξεγέρσεις κατανικήθηκαν σέ λίγους μῆνες. Ἐξεγέρσεις ἔγιναν καί στήν Ἤπειρο, τή Μακεδονία (Χαλκιδική, Σέρρες, Θεσσαλονίκη, Ἀχρίδα, Μπλάτσι, Κατράνιτσα) καί στή νοτιοδυτική Πελοπόννησο ἀπό τούς Μελισσηνούς (: ὁ Μακάριος μητροπολίτης Μονεμβασίας καί ὁ ἀδελφός του Θεόδωρος). Ἀκολούθησαν σφαγές στήν Παρνασσίδα, Μακεδονία, Πελοπόννησο, τόν Ἄθω καί στά νησιά. Ἐπανάσταση ἔγινε καί στήν Πάτρα ὑπό τήν ἡγεσία τοῦ Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανοῦ Α΄’ καί προκρίτων.

1583: Ἐξέγερση Βόνιτσας-Ξηρομέρου στήν Ἤπειρο, Αἰτωλία, Ἀκαρνανία ἀπό τούς Θεόδωρο Μπούα – Γρίβα, Πούλιο Δράκο, Μαλάμο.

1596: Ἐξέγερση στή Χειμάρρα μέ συμμετοχή τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀχρίδος Ἀθανάσιου.

1600: Ἐξέγερση τοῦ Μητροπολίτη Λαρίσης καί Τρίκκης Διονύσιου τοῦ Φιλοσόφου ὁ ὁποῖος ἐξεδάρη ζῶν καί ἀνασκολοπισμός τοῦ Μητροπολίτη Φαναρίου Ἁγίου Σεραφείμ.

1609: Ἑλληνική Ἐπαναστατική ἀπόπειρα στήν Κύπρο καί τή Μάνη.

1659: Ἐξέγερση τῆς Μεσσηνίας, Λακωνίας καί Ἀρκαδίας μέ τή βοήθεια τοῦ Ἑνετικοῦ στόλου ὑπό τόν Μοροζίνη. Στό δεύτερο ἥμισυ τοῦ Μαρτίου καταλαμβάνεται γιά λίγο ἡ Καλαμάτα.

1659 – 1667: Ἑλληνική ἐπαναστατική ἀπόπειρα στή Μάνη.

1684 – 1688: Ἕκτος Βενετοτουρκικός πόλεμος καί κατάληψη Αἰτωλοακαρνανίας,. Πελοποννήσου καί Ἀθηνῶν μέ ἀρχηγό τόν Φραντζέσκο Μοροζίνι. Στίς ἐχθροπραξίες συμμετεῖχαν Ἕλληνες ὁπλαρχηγοί, μέ κυριότερο τόν Μεϊντάνη στήν Ἀνατολική Στερά, Θεσσαλία καί Δυτική Μακεδονία.

1696 – 1699: Ἑλληνική ἐπαναστατική ἀπόπειρα ἀπό τόν Γερακάρη καί ἄλλους .

1705: Ἐξέγερση τῆς Ἠμαθίας ὑπό τόν ἀρματωλό Ζήση Καραδῆμο.

1716: Ἑλληνική ἐπαναστατική ἀπόπειρα στή Μακεδονία (Κοζάνη, Βόιο, Ἐορδαία, Κιλκίς κ.ἄ.) ὑπό τόν Mητροπολίτη Ζωσιμᾶ Ρούση.

1717: Ἑλληνική ἐπαναστατική ἀπόπειρα στήν Ἀκαρνανία ἀπό τόν Τσεκούρα.

1749: Ἑλληνική ἐπαναστατική ἀπόπειρα στή Μακεδονία καί τίς Βόρειες Σποράδες.

1766 – 1770: Ὀρλωφικά ἀπό τούς Γ. Παπάζωλη, Π. Μπενάκη, Α. Ψαρό, Ν. Φορτούνη, Σπ. καί Ι. Μεταξᾶ, Χρ. Γρίβα, Στ. Γεροδῆμο, Σουσμάνη, Κομνά Τράκα, Μητρομάρα, τούς Νοταράδες, Γ. Ζιάκα, Ἄκ. Χατζημάτη καί Ι. Φλῶρο.

1770 – 1771: Ἑλληνική ἐξέγερση στά Σφακιά τῆς Κρήτης ὑπό τόν Δασκαλογιάννη.

1788 – 1792: Ἑλληνική ἐπαναστατική ἀπόπειρα ἀπό τούς Λάμπρο Κατσῴνῃ καί Ἀνδρέα Ἀνδροῦτσο μέ ταυτόχρονη ἐξέγερση σέ Βορειοδυτική Μακεδονία (περιοχές Κορεστίων, Περιστερίου, Μοριχόβου).

1806 – 1807: Ἑλληνική ἐπαναστατική ἀπόπειρα ἀπό τούς Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, Νικοτσάρα, τούς Λαζαίους, Γεώργιο Τζαχίλα, Βασίλειο Ρομφέη καί τόν Νικόλα Τσάμη.

1808: Ἑλληνική ἐπαναστατική ἀπόπειρα ἀπό τούς πάπα-Εὐθύμιο Βλαχάβα, Θεόδωρο Βλαχάβα καί Δημήτριο Βλάχο, Νικοτσάρα, καί τούς Λαζαίους.

Ὅλες αὐτές οἱ ἐπαναστατικές κινήσεις κατεπνίγησαν στό αἷμα καί βέβαια κονιορτοποιοῦν ἱστορικά τό μύθευμα τῶν ἀναθεωρητῶν τῆς ἱστορίας. Ὡστόσο ἡ ἱστορική πραγματικότης τῆς δημιουργίας τοῦ νέου Ἑλληνικοῦ Κράτους διά νά εἴμεθα τίμιοι μέ τήν ἀλήθεια, ὀφείλεται στήν οὐσιωδεστάτη συμβολή τῶν ξένων δυνάμεων καί ἰδίᾳ τῆς Ἀγγλίας, Γαλλίας καί Ρωσσίας. Ἡ διχόνοια πού τόσο δυναμικά ὁ Διονύσιος Σολωμός τήν περιέγραψε ὁδήγησε τόν ἐπικό ἀγῶνα τοῦ Γένους στήν καταστροφή. Ὁ Τουρκοαιγύπτιος Ἰμπραήμ Πασᾶς εἶχε οὐσιαστικά καταπνίξει τήν Ἐπανάσταση καί σχεδίαζε τήν δημογραφική ἀλλοίωση τῆς Πατρίδας μέ τήν μετοίκηση φελλάχων καί τόν ἐξανδραποδισμό στά σκλαβοπάζαρα τῆς Ἀνατολῆς τῶν ἐναπομεινάντων Ἑλλήνων. Ἡ ναυμαχία τοῦ Ναυαρίνου καί ἡ ἀποστολή τοῦ Γάλλου στρατηγοῦ Μaison τό 1828 στήν Ἑλλάδα, συνέτριψε τόν Τουρκοαιγυπτιακό Στόλο καί Στρατό τοῦ Ἰμπραήμ καί θεμελίωσε τήν ἀρχή τοῦ νέου Ἑλληνικοῦ Κράτους.

Ὅμως παρά τίς ἧττες τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, ὁ Σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ δέν ἀποδέχετο τήν Ἑλληνική ἀνεξαρτησία καί μόνον ὅταν ὁ Τσάρος Νικόλαος ἐπί κεφαλῆς Ρωσσικῆς στρατιᾶς διέσχισε τόν Δούναβη καί τό καλοκαίρι τοῦ 1829 τά Ρωσσικά στρατεύματα ἔφτασαν 70 χιλμ. ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη ὁ Σουλτάνος πανικόβλητος ὑπέγραψε τήν συνθήκη τῆς Ἀνδριανουπόλεως στίς 14/9/1829 μέ τήν ὁποία ἀνεγνώρισε τήν ἀνεξαρτησία τῆς Ἑλλάδος. Μέ τήν συνθήκη τοῦ Λονδίνου πού ἐπακολούθησε στίς 3/2/1830 οἱ τρεῖς προστάτιδες δυνάμεις Ἀγγλία, Γαλλία καί Ρωσσία ἀνεγνώρισαν τήν ἀνεξαρτησία τῆς Ἑλλάδος.

Αὐτά μαρτυρεῖ ἡ ἀναντίρρητη ἱστορική πραγματικότης. Κάθε τί «ἄλλο» εἶναι ἁπλῶς ἰδεοληψία.

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

+ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ


Πηγέςimp.grwww.peradio.com