Πέμπτη 25 Απριλίου 2024

Τα πανέμορφα χωριά της Λάρισας (α΄ μέρος)

Οδηγός: Αυτά είναι τα πανέμορφα χωριά της Λάρισας 

– Από το πιο μικρό μέχρι το μεγαλύτερο

 

Ο πλούτος του νομού Λάρισας είναι τα ίδια τα χωριά της. Τα ζωντανά αυτά μικρά κύτταρα που όλα μαζί συνθέτουν το υπέροχο σκηνικό της περιφέρειας μας.

Αλλά γνωστά και άλλα λιγότερο, άλλα μικρά και άλλα κεφαλοχώρια, όλα έχουν την δίκη τους ομορφιά.

Δείτε ποια είναι κατά αλφαβητική σειρά:

 

Αγιονέρι

Ο οικισμός Αγιονέρι (παλιά ονομασία Τσερνίλο), είναι χτισμένος σε υψόμετρο 240 μέτρων στην πλαγιά ενός μικρού γραφικού λοφίσκου, ο οποίος προσδίδει ιδιαίτερη φυσική ομορφιά στη συνολική εικόνα του χωριού. Δίπλα από το χωριό ρέει ήσυχα ο Ελασσονίτης ποταμός. Οι κάτοικοί του ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία, την καλλιέργεια καπνών και σιτηρών και την κτηνοτροφία. Εντυπωσιακό αξιοθέατο αποτελεί το φράγμα Αγιονερίου (βρίσκεται υπό κατασκευή), το οποίο είναι ταυτόχρονα μια πρακτική και λειτουργική λύση για την άρδευση των καλλιεργειών της περιοχής. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ελασσόνας)

Αετοράχη

Ο οικισμός είναι χτισμένος στην πεδιάδα της Ελασσόνας σε υψόμετρο 340 μέτρων, στους πρόποδες μιας σειράς λόφων της νότιας πλευράς του Ολύμπου. Η κεντρική εκκλησία είναι αφιερωμένη στους Αγίους Αναργύρους και χτίστηκε το 1976. Στο χωριό υπάρχουν επίσης τα ξωκλήσια του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Νικολάου. Σε κοντινή απόσταση από την Αετορράχη βρίσκονται δύο σπήλαια, τα οποία αν και ανεκμετάλλευτα έχουν χαρακτηριστεί ως τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους. Η Αετορράχη δημιουργήθηκε το 1923 από Πόντιους πρόσφυγες (συνολικά 78 άτομα) που κατέφυγαν στην Ελλάδα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Χτίστηκε πάνω στα ερείπια του, εγκαταλελειμμένου από τις αρχές του 19ου αιώνα, χωριού Βελεσνίκος, ονομασία που διατηρήθηκε μέχρι το 1961 όταν και ο οικισμός έλαβε τη σημερινή του ονομασία. Μετά την ερήμωσή του, ο αρχικός οικισμός μετατράπηκε σε τσιφλίκι οθωμανικής οικογένειας της Ελασσόνας, ενώ οι εκτάσεις του ενοικιάζονταν κατά καιρούς σε νομάδες κτηνοτρόφους. Λίγο μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, η περιοχή παραχωρήθηκε από την Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων σε οικογένειες προσφύγων από τον Πόντο. Αργότερα, στο χωριό εγκαταστάθηκαν και μερικές βλαχόφωνες οικογένειες από την περιοχή των Χασίων. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Άζωρος

Ο οικισμός Άζωρος είναι χτισμένος σε υψόμετρο 520 μέτρων. Η αρχαία Άζωρος υπήρξε η πιο ακμαία πόλη της Περραιβικής Τριπολίτιδας. Την αξία της αρχαίας Αζώρου μαρτυρούν τα υπολείμματα των γιγαντιαίων τειχών της ακρόπολής της, οι πολλές επιτύμβιες και αναθηματικές στήλες καθώς και ο ναός του Απόλλωνα. Κατά τις ανασκαφικές εργασίες αναδείχτηκαν πλήθος νομισμάτων, κυρίως  βυζαντινής εποχής, αγάλματα θεών, ιερά θυσιαστήρια ενώ πρόσφατα αποκαλύφθηκε νόμισμα που φέρει επιγραφή σχετική με το όνομα της Αζώρου. Σήμερα, οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ελασσόνας)


Αιγάνη

Η Αιγάνη είναι χωριό της Θεσσαλίας και ανήκει στο Δήμο Τεμπών της Περιφερειακής Ενότητας Λάρισας. Πριν την μεταρρύθμιση της τοπικής αυτοδιοίκησης του 2011 αποτελούσε διαμέρισμα του δήμου Κάτω Ολύμπου. Είναι έδρα ομώνυμης τοπικής κοινότητας, η οποία είναι χαρακτηρισμένη ως αγροτικός πεδινός οικισμός με έκταση 21,175 χμ² (2011). Βρίσκεται σε υψόμετρο 280 μέτρων και σε απόσταση 45 περίπου χιλιομέτρων από την πόλη της Λάρισας αλλά και από την πόλη της Κατερίνης. Είναι το τελευταίο άκρο της Θεσσαλίας, καθώς εκεί βρίσκονται τα σύνορα Θεσσαλίας - Μακεδονίας. Κατά την απογραφή του 2011 η Αιγάνη είχε 535 κατοίκους, ενώ τη τοπική κοινότητα 1.134.

Στην τοπική κοινότητα της Αιγάνης, ανήκουν ακόμη τέσσερις οικισμοί. Η Κάτω Αιγάνη και το Παπαπούλι είναι δύο μικροί οικισμοί οι οποίοι βρίσκονται επί της εθνικής οδού ο πρώτος και επί του πρώην ιστορικού σιδηροδρομικού σταθμού Παπαπουλίου ο δεύτερος. Οι δύο οικισμοί της Παραλία της Αιγάνης είναι το Καστρί-Λουτρό και τα Νέα Μεσάγκαλα που βρίσκονται σε απόσταση 7 χιλιομέτρων από την Κάτω Αιγάνη και 10 από την Αιγάνη στο δέλτα του Πηνειού. Από τους 1.134 κατοίκους το 47% είναι κάτοικοι της Αιγάνης, το 34% των Ν. Μεσαγκάλων και το υπόλοιπο 9%, κάτοικοι της Κάτω Αιγάνης. Η Αιγάνη έχει πάρα πολλές φυσικές ομορφιές και συνδυάζει βουνό και θάλασσα. Η εκκλησία της Γεννήσεως της Θεοτόκου, παλιό μοναστήρι καθώς ήταν, είναι μία σημαντική χριστιανική κληρονομιά και το εξωκλήσι του Αγίου Αθανασίου που χρονολογείται από το 14ο αιώνα και θεωρείται το παλαιότερο της Θεσσαλίας αποτελεί το μεγαλύτερο πολιτισμικό και θρησκευτικό πλούτο του χωριού.  wikipedia.org

Βουνό και θάλασσα, μια ανάσα δρόμος. Η Αιγάνη, όμορφη αποχαιρετά και καλωσορίζει τους επισκέπτες στα σύνορα της Θεσσαλίας με τη Μακεδονία. Η προνομιακή γεωγραφική θέση του χωριού εξασφαλίζει εύκολη πρόσβαση από τον εθνικό οδικό άξονα. Στην Αιγάνη προσελκύει το ενδιαφέρον των επισκεπτών, τόσο το πλούσιο φυσικό περιβάλλον όσο και σημαντικά θρησκευτικά μνημεία, όπως η εκκλησία του Αγίου Αθανασίου από το 14ο αιώνα η οποία έχει χαρακτηριστεί ως το παλαιότερο ξωκλήσι της Θεσσαλίας, καθώς και η εκκλησία της γεννήσεως της Θεοτόκου. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Τεμπών)

Άκρη

Ο οικισμός της Άκρης (παλιότερη ονομασία Μπισιρτσιά) βρίσκεται βορειοδυτικά της πόλης της Ελασσόνας και αναπτύσσεται σε υψόμετρο 950 μέτρων. Κύρια απασχόληση των κατοίκων είναι ο πρωτογενής τομέας (γεωργία και κτηνοτροφία). Αξιόλογος είναι ο ρόλος των κατοίκων του οικισμού τόσο κατά την Τουρκοκρατία όσο και στη νεότερη ιστορία, μέσω της αντίστασης κατά τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής. Ο οικισμός περιβάλλεται από αξιόλογο φυσικό περιβάλλον με δάσος από βελανιδιές, πηγές, τα ρέματα «Τζαΐρια» και «Άγιος Γεώργιος», καθώς και το παλιό πέτρινο γεφύρι στη θέση «Κούφαλο». (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ελασσόνας)

Αμούρι

Το χωριό είναι χτισμένο σε υψόμετρο 170 μέτρων, κοντά στους ποταμούς Τιταρήσιος και Τράσος. Το χωριό αναπτύχθηκε κατά τους Οθωμανικούς χρόνους, χάρις στην παρουσία νερόμυλων και υδροτριβίων. Ο πρώτος νερόμυλος χτίστηκε από την οικογένεια Σαπουντζή το 1890 και ακολούθησε η οικογένεια Αναγνώστου. Σήμερα η οικονομία του χωριού βασίζεται στην καλλιέργεια σιτηρών και λοιπών δημητριακών και στην καλλιέργεια καπνού. Στο χωριό σώζονται μέχρι σήμερα οι δύο πέτρινοι νερόμυλοι και δύο δριστέλες. Μια τρίτη δριστέλα καταστράφηκε από σεισμό το 2021. Ανάμεσα στο Αμούρι και στη Μαγούλα σώζεται γεφύρι, και πολλά άλλα σώζονται ανάμεσα στο Αμούρι και στο Δομένικο. Στην κεντρική πλατεία του χωριού βρίσκεται ο νέος ναός της Αγίας Παρασκευής, ενώ ο παλαιός ναός της Αγίας Παρασκευής είναι σήμερα ξωκλήσι. Ο ναός της Αγίας Παρασκευής είναι τρίκλιτη βασιλική με μεταγενέστερο γυναικωνίτη. Στην νότια και τη δυτική πλευρά υπάρχει στοά. Ο ναός έχει δύο εισόδους νότια και δυτικά. Εσωτερικά χωρίζεται σε τρία κλίτη από δύο σειρές τεσσάρων ξύλινων κιόνων, που συνδέονται μεταξύ τους με ξύλινους ελκυστήρες. Οι εικόνες του δωδεκαόρτου χρονολογούνται στο 19ο αιώνα και είναι ζωγραφισμένες σε μουσαμά. Ο ναός έχει χαρακτηριστεί μνημείο που χρήζει κρατικής προστασίας. Κοντά στην είσοδο του χωριού βρίσκεται ο ναός της Αγίας Ειρήνης. Στο χωριό διεξάγονται πανηγύρια τόσο στις 26 Ιουλίου όσο και στις 5 Μαΐου. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)


Αμπελάκια

Όταν η μνήμη των ανθρώπων συγκρατεί την αξιοσύνη και την ελευθερία του πνεύματος, μόνο παράδειγμα μπορεί να αποτελεί για τις μετέπειτα γενιές. Αυτό συμβαίνει στην περίπτωση των Αμπελακίων, που παραμένουν στη μνήμη και τη συνείδηση όλων, ως ο τόπος όπου υλοποιήθηκε η συνεργατική ιδέα σε παγκόσμιο επίπεδο μόλις το έτος 1778. Χιλιάδες μέλη (6.000), εργαστήρια (24) και υποκαταστήματα (17) υποδηλώνουν το ζωηρό εμπορικό πνεύμα των κατοίκων της κοινότητας οι οποίοι ασχολούνταν με τη βαφή και εμπορία νημάτων κόκκινου χρώματος κατόπιν επεξεργασίας του φυτού ριζάρι. Όταν περπατάς στα λιθόστρωτα σοκάκια περιτριγυρισμένος από 17 αρχοντικά με την υπογραφή της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής του 18ου αιώνα, εισπράττεις άμεσα το κλίμα της ευρωστίας των ντόπιων εμπόρων της εποχής. Μεταξύ τους, ξεχωρίζει το αρχοντικό του Γεωργίου Μαύρου ή Σβάρτς το οποίο λειτουργεί ως μουσείο. Μικρό χωριό, μεγάλη ιστορία ίχνη της οποίας παρατίθενται επίσης στο Λαογραφικό και Ιστορικό Μουσείο, καθώς και στο Μουσείο Αμπελακίων περιόδου 1940-49. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Τεμπών)

Αμυγδαλέα

Η Αμυγδαλέα βρίσκεται στις όχθες του Πηνειού ποταμού, σε υψόμετρο 80 μέτρων. Το παλιό όνομα της Αμυγδαλέας είναι Γούνιτσα, τοπωνύμιο που εικάζεται πως προκύπτει από τη γεωγραφική της θέση, στη γωνία που σχηματίζουν δύο μικρά βουνά, ανάμεσα στα οποία κυλάει ο Πηνειός. Μνεία στην Αμυγδαλέα γίνεται σε χειρόγραφο της μονής του Μεγάλου Μετεώρου που χρονολογείται μεταξύ των ετών 1520-1540 και στο οποίο το χωριό αναφέρεται ως Γούνιτζα. Απελευθερώθηκε μαζί με το μεγαλύτερο κομμάτι της Θεσσαλίας το 1881. Μέχρι και τα τέλη του 19ου αιώνα το χωριό αποτελούσε τσιφλίκι των απογόνων του Οθωμανού στρατηγού Χουρσίτ πασά. Στα μέσα του 20ου αι. στο χωριό προσήλθαν βλάχοι κτηνοτρόφοι από την περιοχή των Γρεβενών και της Καλαμπάκας, οι οποίοι και εγκαταστάθηκαν μόνιμα, μετακινούμενοι τα καλοκαίρια με τα κοπάδια τους στα ορεινά τους καταφύγια. Σημαντικά αξιοθέατα αποτελούν το πέτρινο γεφύρι από την εποχή της τουρκοκρατίας, η εκκλησία του Αγίου Νικολάου με τοιχογραφίες του 19ου αιώνα και ο Πηνειός με πλούσια χλωρίδα. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Αμπελώνας

Η περιοχή του Αμπελώνα, πεδινή και εύφορη όπως είναι, κατοικήθηκε ήδη από τα προϊστορικά χρόνια και σύμφωνα με τα αρχαιολογικά δεδομένα η κατοίκηση δε διακόπηκε αλλά συνεχίστηκε στους ιστορικούς χρόνους και αργότερα. Ήδη μας είναι γνωστοί 10 οικισμοί της Νεολιθικής Εποχής γύρω από τον υφιστάμενο σήμερα οικισμό, ενώ σοβαρό αρχαιολογικό και ιστορικό ενδιαφέρον συγκεντρώνει η περιοχή της αρχαίας πόλης «Φάλαννα» που τοποθετείται στην θέση «Καστρί», μεταξύ Αμπελώνα και Τυρνάβου. Στην Περραιβία της αρχαίας Θεσσαλίας, σύμφωνα με τις αρχαίες φιλολογικές πηγές και αρκετές επιγραφές, στην όχθη του ποταμού Τιταρήσιου, χτίστηκε και άκμασε η ισχυρή, οργανωμένη και αυτοδιοικούμενη πόλη της Φάλαννας, που έλαβε το όνομά της από την πανέμορφη, ομώνυμη κόρη της νύμφης Τυρούς και διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην κεντρική διοίκηση του κράτους των Περραιβών. Στη Νεοελληνική ιστορία την ιστορική διαδρομή του Αμπελώνα μπορούμε να τη χωρίσουμε σε δύο περιόδους. Η πρώτη περιλαμβάνει όλη την περίοδο που ο Αμπελώνας βρισκόταν υπό τουρκική κυριαρχία και κατοικείται κατά βάση από Τούρκους. Πρόκειται για το τουρκικό Καζακλάρ. Η δεύτερη περίοδος αρχίζει από το 1881 που απελευθερώνεται η Θεσσαλία, οπότε στον Αμπελώνα εγκαθίστανται Έλληνες έποικοι. Είναι το Ελληνικό Καζακλάρ, ο μετέπειτα Αμπελώνας.

Το τουρκικό Καζακλάρ: Το παλιό Καζακλάρ, που εξελίχθηκε στο σημερινό Αμπελώνα, ως οικισμός δημιουργήθηκε στα 1423 περίπου, τότε που οι Οθωμανοί Τούρκοι με αρχηγό το Μουράτ Β’ είχαν επικρατήσει ολοκληρωτικά στη Θεσσαλία. Είναι διαπιστωμένο ότι οι οικισμοί στην ευρύτερη περιοχή του Αμπελώνα εμφανίστηκαν συστηματικά στο προσκήνιο μετά την τουρκική κατάκτηση της Θεσσαλίας από τον Τουρκάν Μπέη. Αυτός ίδρυσε 12 οικισμούς- ανάμεσά τους και το Καζακλάρ- στην περιοχή από τα Τέμπη μέχρι τον Τύρναβο και εγκατέστησε 5-6 χιλιάδες γιουρούκους (νομάδες) εποίκους από το Ικόνιο της Μ. Ασίας. Οι έποικοι ονομάστηκαν «Κονιάροι» και τα χωριά «Κονιαροχώρια». Οι τούρκικες πηγές τούς ονομάζουν Γιουρούκους. Τα Κονιαροχώρια ήταν στρατιωτικές αποικίες και σκοπός τους ήταν να αντιστέκονται στο ντόπιο χριστιανικό πληθυσμό, εδραιώνοντας την τουρκική κατοχή. Οι Τούρκοι του Καζακλάρ ήταν περήφανοι για τον τόπο τους και τον θεωρούσαν μεγάλο σε έκταση όσο και την Κωνσταντινούπολη. Το παλιό Καζακλάρ φημιζόταν και για την καλή ράτσα των γαϊδάρων, αχώριστων συντρόφων στην καθημερινή βιοπάλη. Έτσι επικράτησε και η γνωστή μέχρι τις μέρες μας έκφραση «Καζακλαριώτικο γομάρι». Για την ετυμολογία του τοπωνυμίου «Καζακλάρ» διατυπώθηκαν διάφορες απόψεις με πιθανότερη την προέλευσή του από το παλαιοσλαβικό kazaku ή το τουρκικό kazak που σημαίνουν, μεταξύ άλλων, τον αγένειο, τον ξυρισμένο άντρα. Για όλη τη μακρόχρονη περίοδο της Οθωμανικής κατοχής, οι πληροφορίες για το Δήμο Αμπελώνα είναι περιορισμένες και αποσπασματικές.

Το ελληνικό Καζακλάρ: Οι συνεχείς αγώνες των Θεσσαλών οδήγησαν στην απελευθέρωση της Θεσσαλίας το 1881. Οι Τούρκοι μικροϊδιοκτήτες κι ανάμεσα τους κι οι Κονιάροι άρχισαν να εκποιούν τις περιουσίες τους και να μεταναστεύουν ομαδικά στη Μικρά Ασία, ενώ οι Τούρκοι τσιφλικάδες παραμένοντας καραδοκούσαν να ακριβοπουλήσουν τη γη τους. Και πράγματι, Έλληνες από πολλά μέρη άρχισαν να καταφθάνουν στις νέο-απελευθερωμένες περιοχές. Ο πρώτος πληθυσμός του ελληνικού Καζακλάρ χωρίζεται, ανάλογα με το γεωγραφικό διαμέρισμα από το οποίο προέρχονται οι κάτοικοι, σε τέσσερα σύνολα: τους Θεσσαλούς που ήρθαν από τα χωριά του Ολύμπου, τα χωριά της επαρχίας Ελασσόνας και από τον Τύρναβο, τους Δυτικομακεδόνες από το χωριό Μπουρμπουτσικό και από διάφορα χωριά της Δυτικής Μακεδονίας, τους Ηπειρώτες και τους Πελοποννήσιους (Αρκάδες). Έτσι, με την απελευθέρωση της Θεσσαλίας το 1881, δημιουργήθηκε ένα κεφαλοχώρι με πληθυσμό 1038 κατοίκους. Στα χρόνια που ακολούθησαν η περιοχή παρουσιάζει μια «πανσπερμία» πληθυσμών, οι οποίοι πολλαπλασιάζονται με ραγδαίους ρυθμούς, ενώ σήμερα πια ο Αμπελώνας είναι μια σύγχρονη πόλη, λειτουργική και συνεχώς εξελισσόμενη, με ανεπτυγμένη εμπορική και πολιτιστική κίνηση, καλαίσθητο οικιστικό και φυσικό περιβάλλον και όμορφους χώρους αναψυχής. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Τυρνάβου)

Αργυροπούλι

Το Αργυπούλι είναι χτισμένο σε υψόμετρο 164 μέτρων (παλιότερες ονομασίες Ηλώνη και Καρατζόλι). Η μυκηναϊκή πόλη, Ηλώνη, που αναφέρει ο Όμηρος για τη συμμετοχή της στον Τρωικό πόλεμο, είναι η Λειμώνη των κλασικών χρόνων, πόλη με εύφορο λιβάδια, που ποτιζόταν από τα νερά της πηγής Μάτι. Τα ερείπια της αρχαίας ακρόπολης σωζονται στο Καστρί Αργυροπουλίου. Η τοπική παράδοση θέλει την προέλευση της τούρκικης ονομασίας «Καρατζόλι» (=μαύρο ρέμα) να αναφέρεται στη δράση του Νικοτσαρά στην περιοχή. Σήμερα στο Αργυροπούλι οι κάτοικοί του έχουν ως κύριες ασχολίες τη γεωργία (αμπέλια, αχλάδια, ροδάκινα, μήλα, καπνά, μποστάνια, αμυγδαλιές και ελιές), την κτηνοτροφία και την ξυλεία. Στο Αργυροπούλι ανήκουν οι οικισμοί Άνω Αργυροπούλι και Βοτανοχώρι. 2,5χλμ ΝΔ του χωριού, στους πρόποδες του Κάτω Ολύμπου βρίσκεται η λίμνη Αργυροπουλίου, γνωστή ως Μάτι Τυρνάβου. Μοναδική φυσική πηγή εναπομείνασα στη Θεσσαλία, με έκταση 250στρμ, αποτελεί τον πυρήνα οικοσυστήματος με πλούσια χλωρίδα (πουρνάρι, παλιούρι, αγριελιά, παπαρούνα, χαμομήλι, μολόχα, βάτος κ.α.) και πανίδα (κεφαλόπουλα, καραβίδες, χέλια, λεπιδόπτερα, υμενόπτερα, ορθόπτερα, δίπτερα κ.α.). Η πρόσβαση στην πηγή επιτυγχάνεται μέσω ασφαλτοστρωμένου δρόμου. Το Μάτι πηγάζει από τους πρόποδες της Μελούνας και μετά την ένωση του με τον Πηνειό, έχει μήκος 12 χλμ περίπου. Η παλιά κοίτη του ποταμού, Μάτι, προσφέρεται για περιπάτους και ερασιτεχνικό ψάρεμα καραβίδας. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι εκκλησίες της Ζωοδόχου Πηγής (πολιούχος) στην πλατεία του χωριού (1884, στον τύπο της βασιλικής 2 χλμ από το Αργυροπούλι στις όχθες του ποταμού, του Αγίου Δημητρίου και της Αγίας Παρασκευής (19ος αι., στον τύπο της βασιλικής) πάνω σε λόφο Β., απ’ όπου η θέα στον κάμπο είναι γοητευτική. Το πέτρινο γεφύρι Μωραΐτη κατασκευασμένο το 1908 συνδέει το χωριό με την ομώνυμη περιοχή. Από την εποχή της Τουρκοκρατίας διατηρείται τζαμί στην ομώνυμη περιοχή με μιναρέ, όπου υπάρχει και πέτρινη βρύση.  Ξεχωριστά είναι τα πανηγύρια στο Αργυροπούλι, όπως της Ζωοδόχου Πηγής στην ομώνυμη εκκλησία με υπαίθριο εμπόριο, χορευτικά συγκροτήματα από διάφορα μέρη, χορό και γλέντι. Επίσης, στον εορτασμό της Ανάληψης του Σωτήρα, 40 μέρες μετά το Πάσχα, οι κάτοικοι γιορτάζουν στον παρόχθιο χώρο, όπου μετά τη λειτουργία ακολουθεί γλέντι. Στις 26/7 της Αγίας Παρασκευής, διοργανώνεται μεγάλο πανηγύρι με συρροή προσκυνητών, οι περισσότεροι από τους οποίους διανυκτερεύουν μέσα στην εκκλησία και στον αύλειο χώρο, και ανήμερα οι παρευρισκόμενοι διασκεδάζουν με δημοτική μουσική. Την Καθαρά Δευτέρα πραγματοποιούνται εκδηλώσεις στην πλατεία με διανομή παραδοσιακής φασολάδας και πλούσιο γλέντι. Οι συμμετέχοντες στις διάφορες εκδηλώσεις ξεφαντώνουν με τους ρυθμούς των χορών τσάμικου, στα τρία, συρτού και μικτών. Στο χωριό εδρεύει ο Αθλητικός Σύλλογος «Δόξα Αργυροπουλίου». (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Τυρνάβου)

 

Βαλανίδα

Ο οικισμός Βαλανίδα βρίσκεται βορειοανατολικά της Ελασσόνας, σε υψόμετρο 320 μέτρων. Οι κάτοικοί της έχουν κύρια ασχολία τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Οι εκκλησίες του χωριού είναι ο μεταβυζαντινός ναός των Αγίων Αναργύρων (1647) και η πετρόχτιστη βασιλική της Αγίας Τριάδας (1861). Υπάρχουν ακόμα μικρότερα ξωκλήσια (Άγιος Γεώργιος, Άγιος Αθανάσιος, Παναγία) που βρίσκονται στην είσοδο του φαραγγιού της Χράπας. Στην περιοχή υπάρχει ένα σημαντικό σπηλαιοβάραθρο, το οποίο όμως δεν είναι εύκολα επισκέψιμο λόγω κατολισθήσεων. Αξίζει ακόμα να επισκεφτεί κανείς και τη διάβαση στο φαράγγι της Χράπας. Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα διαδρομή 4 χλμ. κατά μήκος του φαραγγιού, το οποίο αρχίζει από τη γέφυρα του Λουτρού και φτάνει μέχρι τα όρια της κτηματικής έκτασης της Βαλανίδας. Σε κάποιο σημείο της πεζοπορίας, συναντάται και η ερειπωμένη πια Μονή της Παναγίας. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ελασσόνας)

Βελίκα

Η  Βελίκα είναι ένας παραθαλάσσιος οικισμός. Στη Βελίκα υπάρχει ο ναός του Αγίου Χαράλαμπου και ένα παρεκκλήσι του Αγίου Νεκταρίου. Η παραλία βρίσκεται σε απόσταση 6 χιλιομέτρων από τον Αγιόκαμπο και κάθε καλοκαίρι αποτελεί θέρετρο για πολλούς επισκέπτες. Η παραλία είναι επίσης γνωστή και με την ονομασία Σπιτάκι. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην περιοχή, παρουσιάζει το Κάστρο της Βελίκας, που βρίσκεται στα βόρεια του παραλιακού οικισμού της Βελίκας, σε μικρό δασωμένο λόφο και σε μικρή απόσταση από την ακτή. Το κάστρο της Βελίκας χρονολογείται στην παλαιοχριστιανική περίοδο (6ος-7ος αι) και προστατεύεται από τις διατάξεις της αρχαιολογικής νομοθεσίας. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Βερδικούσση

Ο οικισμός της Βερδικούσσης (Βερδικούσια) βρίσκεται δυτικά της πόλης της Ελασσόνας και αναπτύσσεται σε υψόμετρο 850 μέτρων. Η κύρια ενασχόληση των κατοίκων είναι ο πρωτογενής τομέας (γεωργία, κτηνοτροφία, υλοτομία, κτλ). Ιστορικά, η θέση του οικισμού, στις ανατολικές πλαγιές των Αντιχασίων, ήταν ιδανικό πέρασμα για τους κλέφτες από τον Όλυμπο προς την Πίνδο. Η Βερδικούσια απελευθερώθηκε από τους Τούρκους το 1912, ενώ χαρακτηριστικό ιστορικό τοπόσημο αποτελεί το συνοριοφυλάκιο (Κατάρμα) στην κορυφή Μαμαλή. Περιβάλλεται από αξιόλογο φυσικό περιβάλλον, ενώ κυρίαρχο στην περιοχή είναι το δάσος οξιάς. Το δάσος αυτό, από τα μεγαλύτερα της Ελλάδας στο είδος του, είναι ενταγμένο στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα NATURA 2000 και αποτελεί καταφύγιο θηραμάτων, σημαντικό βιότοπο για τα αρπακτικά πουλιά, τις αλεπούδες, τα αγριογούρουνα, τους λαγούς κ.ά. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ελασσόνας)

Βλαχογιάννι

Ο οικισμός Βλαχογιάννι είναι χτισμένος σε υψόμετρο 150 μέτρων. Στα ανατολικά του οικισμού έχουν εντοπιστεί ερείπια που πιθανόν ανήκουν στην αρχαία Περραιβική πόλη Μάλλοια. Οι κάτοικοι του οικισμού ασχολούνται με τη γεωργία, κυρίως καλλιέργεια καπνού, και την κτηνοτροφία. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ελασσόνας)

Βρυότοπος

Ο Βρυότοπος είναι ένας πεδινός οικισμός ΒΑ του Αμπελώνα, σε απόσταση 2 χλμ. από αυτόν, σε υψόμετρο 70 μέτρων. Η εκκλησία του Βρυοτόπου, ο Ιερός Ναός Κωνσταντίνου & Ελένης βρίσκεται στο κέντρο του χωριού ενώ στον οικισμό του Μαυρόλιθου βρίσκεται ο Ιερός Ναός Αγίου Δημητρίου. Οι κάτοικοι του Βρυοτόπου εργάζονται σε υπηρεσίες της Λάρισας και των άλλων αστικών κέντρων της περιοχής, ενώ αρκετοί ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Αξίζει να τονιστεί ότι στην περιοχή δημιουργήθηκε ο πρώτος Συνεταιρισμός Παραγωγής Σπαραγγιών. Η περιοχή του Βρυοτόπου κατοικήθηκε από την Νεολιθική Εποχή, όπου δημιουργήθηκαν πολλοί οικισμοί.  Το πλούσιο έδαφος και η ύπαρξη δύο ποταμών, του Πηνειού ανατολικά και του Τιταρήσιου βόρεια, δημιουργούν άριστες συνθήκες  για πλούσιες σοδειές και καταπράσινα λιβάδια, ιδανικά στοιχεία για την διαβίωση των γεωργο-κτηνοτρόφων που ήταν εδώ εγκατεστημένοι. Στο Βρυότοπο σώζεται ένα τριώροφο πυργόσπιτο,  στον κεντρικό δρόμο που έρχεται από τον Αμπελώνα, το οποίο είναι γνωστό ως «Κούλια».  Ήταν ιδιοκτησία ενός Τούρκου Αγά και είχε διπλή χρήση: άμυνας και κατοικίας. Αποτελεί τυπικό δείγμα της τοπικής  αμυντικής αρχιτεκτονικής με πολεμίστρες (ανοίγματα στον τοίχο του ισογείου),  οχυρή πόρτα, καταχύστρα (πάνω από την πόρτα για το ρίξιμο καυτού νερού ή λαδιού) και γυναικωνίτη. Επίσης σώζονται πολλά νεοκλασικά κτίσματα που επιβεβαιώνουν τη ραγδαία εξέλιξη που γνώρισε η περιοχή στις αρχές του 20ου αιώνα. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Τυρνάβου)

 

Γαλανόβρυση

Ο οικισμός της Γαλανόβρυσης βρίσκεται νοτιοκεντρικά της Ελασσόνας και αναπτύσσεται σε υψόμετρο 280 μέτρων. Οι κάτοικοί του σήμερα ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Στη Γαλανόβρυση υπάρχει το Αγροτικό και Εθνογραφικό Μουσείο, όπου εκτίθενται σημαντικά εκθέματα. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ελασσόνας)

Γερακάρι

Βρίσκεται κοντά στον ερειπωμένο οικισμό Βαθύρεμα και στο Παλαιόκαστρο (αρχαία Λακερεία), σε υψόμετρο 90 μέτρων. Η ονομασία του χωριού συνδέεται με το γεράκι. Ο κεντρικός ναός του χωριού είναι αφιερωμένος στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, ενώ στην ίδια ενορία υπάγεται και ο ναός του Αγίου Συμεών. Σε κοντινή απόσταση υπάρχει παλιό θολωτό γεφύρι. Σύμφωνα με τον Δωρόθεο Σχολάριο, ο οποίος διετέλεσε μητροπολίτης Δημητριάδος από το 1858 μέχρι το 1870, κατά τα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας στη Θεσσαλία, το χωριό υπαγόταν στον ναχιγιέ Αγιάς και σε αυτό κατοικούσαν 31 οικογένειες αγροτών, εκ των οποίων οι 26 ήταν τουρκικές και οι υπόλοιπες ελληνικές, ενώ ο συνολικός πληθυσμός του ανερχόταν στα 155 άτομα. Το 1923 μεταφέρθηκε στο Γερακάρι η κεφαλή του σκοτωμένου λήσταρχου Θωμά Γκαντάρα. Στις 3 Μαΐου του 1943 το χωριό κάηκε και λεηλατήθηκε από τα ιταλικά στρατεύματα Κατοχής, ενώ παράλληλα εκτελέστηκαν έξι κάτοικοι. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Γεράνεια

Τα Γεράνια ή Γεράνεια (μέχρι το 1928 Δελίνιτσα) είναι χτισμένα σε υψόμετρο 460 μέτρων. Οι κάτοικοι του ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Τα Γεράνεια μέχρι το 1928 λέγονταν Ντελίνιτσα. Το χωριό ερημώθηκε το 1813 εξαιτίας της πανώλης. Το 1943 το χωριό πυρπολήθηκε λόγω της αντιστασιακής του δράσης κατά τη διάρκεια της κατοχής. Στο χωριό βρίσκεται ο ναός της Αγίας Τριάδας και ο ναός του Αγίου Γεωργίου. Ο ναός της Αγίας Τριάδος είναι ο ενοριακός ναός και βρίσκεται εντός του χωριού. Πρόκειται για τρίκλιτη βασιλική κεραμοσκέπαστη με ανοικτή στοά στη βόρεια πλευρά. Σύμφωνα με επιγραφή στον εξωτερικό τοίχο της κόγχης του ναού θεμελιώθηκε σε παλαιότερο κτίσμα και χρονολογείται το 1875. Ο τοιχογραφικός διάκοσμος σύμφωνα με επιγραφή έγινε το 1902 από τους ζωγράφους Δημήτριο Σίμου και Δημήτριο Σακαμάνου. Το τέμπλο είναι ξύλινο και φέρει εικόνες από το 1875 και μετά. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Γιαννωτά

Το χωριό είναι χτισμένο σε υψόμετρο 550 μέτρων και οι κάτοικοι του ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Στο παρελθόν στα Γιαννωτά είχαν εγκατασταθεί Σλάβοι και Βούλγαροι. Κατά τη διάρκεια των Οθωμανικών χρόνων το χωριό ήταν έδρα κλεφτών και αρματολών και αργότερα ληστών. Στην κεντρική πλατεία του χωριού βρίσκεται ο ναός του Αγίου Νικολάου. Έξω από το χωριό βρίσκεται η μονή της Αγίας Τριάδας. Σύμφωνα με την παράδοση η μονή ιδρύθηκε το 1155 από τον αυτοκράτορα Εμμανουήλ Κομνηνό και ήταν πατριαρχική και σταυροπηγιακή μονή. Το σωζόμενο μοναστικό συγκρότημα χρονολογείται στις αρχές του 19ού αιώνα. Το καθολικό της μονής ανήκει σε παραλλαγή του μονόκλιτου σταυροειδούς εγγεγραμμένου τύπου και η στέγη του καλύπτεται με σχιστολιθικές πλάκες. Το εσωτερικό του ναού είναι κατάγραφο. Έχει χαρακτηριστεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο. Στο χωριό διοργανώνεται πανηγύρι στη γιορτή της Αγίας Τριάδας. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)


Γόννοι

Οι Γόννοι βρίσκονται στα βορειοδυτικά του νομού, στα βορειοδυτικά του Πηνειού ποταμού, στο ύψος των Τεμπών και σε υψόμετρο 90 μέτρα. Διασχίζεται από ένα χείμαρρο με κατάφυτες όχθες που συμβάλλει στον Πηνειό. Σε απόσταση 3 χλμ από την σύγχρονη κωμόπολη των Γόννων, σε ένα ύψωμα που ονομάζεται Καστρί, βρίσκονται τα ερείπια της αρχαίας πόλης των Γόννων. Η ευρύτερη περιοχή των Γόννων διαθέτει μεγάλη παραγωγή ελιάς και λαδιού. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Γυρτώνη

Η Γυρτώνη βρίσκεται νότια του βουνού Κορακόπετρα σε υψόμετρο 590 μέτρων ενώ δυτικά και δίπλα της ρέει ο Πηνειός ποταμός. Η ονομασία της οφείλεται στην αρχαία Γυρτώνη, στην οποία αναφέρεται ο Όμηρος να ανήκει στην Περραιβία που κατά τον 5ο αιώνα π.Χ. εκτείνονταν μεταξύ του Ολύμπου και του Πηνειού. Στα βορειοανατολικά και το ύψωμα «Καστρί» (έχει χαρακτηριστεί από το 1987 ως αρχαιολογικός χώρος) έχουν διασωθεί λείψανα οικισμού των κλασικών χρόνων της Αρχαίας Γυρτώνης (τμήματα των τειχών και των νεκροταφείων της). Στο χωριό το συγκρότημα κονακίου που υπάρχει έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

 

Δαμάσι

Ο οικισμός είναι χτισμένος ανάμεσα σε δυο απότομους λόφους, τη Βίγλα προς τα νότια και τον Άγιο Θεόδωρο προς το βορρά, δίπλα στη δεξιά όχθη του Τιταρήσιου ποταμού. Σύμφωνα με μια εκδοχή, το Δαμάσι είναι χτισμένο στη θέση της αρχαίας πόλης Μύλες, ερείπια της οποίας φέρονται να βρέθηκαν στο λόφο ανάμεσα στο Δαμάσι και το γειτονικό Δαμασούλι. Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία (αμπελοκαλλιέργεια, κηπευτικά, οπωροφόρα) και την κτηνοτροφία. Μεταξύ των ετών μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης και του 1506, το Δαμάσι αναφέρεται σε απογραφή ως μια μικρή οχυρή πόλη με πληθυσμό 314 χριστιανικές οικογένειες (184 βλαχόφωνες και 130 ελληνόφωνες). Κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων της τουρκοκρατίας, αποτελούσε τσιφλίκι Οθωμανών μπέηδων. Το 1881, παρά την ενσωμάτωση του μεγαλύτερου μέρους της Θεσσαλίας στο ελληνικό κράτος, παρέμεινε υπό οθωμανικό έλεγχο. Μάλιστα, η κατοχή του, σε συνδυασμό με την ανάγκη των κατοίκων για πότισμα των ποιμνίων τους στον Πηνείο, αποτέλεσε επιχείρημα των Οθωμανών διπλωματών στην προσπάθεια να διατηρήσουν την κυριαρχία τους για 24 χλμ νοτιότερα από τη συνοριακή γραμμή που τελικά καθορίστηκε. Από το 1881 και έπειτα, το Δαμάσι βρισκόταν πλησίον των τότε ελληνοτουρκικών συνόρων. Απομεινάρια αυτών των συνόρων είναι τα μέχρι σήμερα σωζόμενα τουρκικά φυλάκια (καζάρμες). Τρία φυλάκια υπάρχουν στο βουνό Προφήτης Ηλίας μέχρι τον Τιταρήσιο ποταμό σε απόσταση ενός χιλιομέτρου περίπου η μία από την άλλη. Απέναντι από τον Τιταρήσιο ποταμό (μετά το Μπουγάζι), επάνω στο βουνό Λουτόμι υπάρχουν τρία φυλάκια κι ένα στην λεγόμενη τουρκογέφυρα (στον Πηνειό). Τον Απρίλιο του 1897, το Δαμάσι έγινε θέατρο συγκρούσεων, στα πλαίσια του ελληνοτουρκικού πολέμου. Κατά την περίοδο της ύστερης Τουρκοκρατίας, στο Δαμάσι διαχείμαζαν μερικές οικογένειες Βλάχων κτηνοτρόφων που προέρχονταν από την ορεινή Ημαθία. Το χωριό απελευθερώθηκε από τον ελληνικό στρατό στις 5 Οκτωβρίου 1912, άνευ αντίστασης των οθωμανικών δυνάμεων. Κοντά στο Δαμάσι υπάρχουν τα ερείπια βυζαντινού κάστρου, το οποίο χρονολογείται γύρω στον 6ο αιώνα. Συγκεκριμένα σώζονται το φυλάκιο καθώς και τμήμα διπλών τειχών. Στη βόρεια πλευρά του κάστρου διασώζονται αρχαίοι δόμοι, οι οποίοι μαρτυρούν την ύπαρξη οχύρωσης και κατά την αρχαιότητα. Στην ευρύτερη περιοχή του Δαμασίου υπάρχουν επίσης ερείπια παλιών νερόμυλων με παραδοσιακά υδροτριβεία. Στο Δαμάσι υφίσταται και μνημείο αφιερωμένο στην απελευθέρωση του χωριού το 1912. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Δαμασούλι

Το Δαμασούλι βρίσκεται βόρεια του Δαμασίου, έξω από το επαρχιακό δίκτυο σε υψόμετρο 130 μέτρα. Βόρεια του οικισμού υψώνεται το βουνό Τρόχαλος και ρέει ο ποταμός Τιταρήσιος (Ξεριάς), στα νότια υψώνονται τα βουνά Ζάρκου και δυτικά τα Αντιχάσια. Κύρια πηγή εισοδήματος των κατοίκων αποτελεί η γεωργία (αμπελοκαλλιέργεια, κηπευτικά, οπωροφόρα) και η κτηνοτροφία. Το χωριό μετρά λιγότερο από 100 χρόνια ελεύθερης ζωής. Στις 5 Οκτωβρίου του 1912 ο ελληνικός στρατός καταλαμβάνοντας σε λίγες ώρες τα συνοριακά φυλάκια εισέβαλε στο γειτονικό χωριό Δαμάσι. Ίδια ήταν η συνέχεια και για το Δαμασούλι. Μετά την απελευθέρωση και σύμφωνα με εκθέσεις των κατά τόπους δασκάλων περί τα 1913-14, στο Δαμασούλι αναφέρονται 200 κάτοικοι, εκ των οποίων οι 50 Γκραίκοι και οι 150 ήταν παραχειμάζοντες Βλάχοι (από την Αβδέλλα Γρεβενών και τη Βλάστη Κοζάνης), καθώς η περιοχή αποτέλεσε για τους Βλάχους της Μακεδονίας και όχι μόνο ένα από τα ιδανικότερα χειμαδιά της Θεσσαλίας. Μετά την ίδρυση αυτόνομης κοινότητας στο γειτονικό Δαμάσι περί τα 1920, τα δύο χωριά ακολουθούν έως και σήμερα ενιαία πορεία. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Δελέρια

Το χωριό είναι χτισμένο σε υψόμετρο 70 μέτρων. Τα Δελέρια αποτελούνταν στην Οθωμανική εποχή από τρία χωριά γνωστά ως Δελέ, Κουτάφ και Εβερνάζ. Το 1881, με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, τα Δελέρια έγιναν τμήμα της Ελλάδας και σε αυτό εγκαταστάθηκαν άτομα από την Κρυόβρυση, την Ελασσόνα, την Καρυά και τη Συκαμινέα. Στις 6 Απριλίου 1897, μια μέρα μετά την έναρξη του Ελληνοτουρκικού πολέμου, τα τουρκικά στρατεύματα υπό τον Ετάμ Πασά επιτέθηκαν στην Μελούνα και κατάφεραν να κάμψουν την αντίσταση των Ελλήνων, με αποτέλεσμα να υποχωρήσουν στη γραμμή Λουσφάκι – Δελέρια. Εκεί δόθηκε μάχη, η οποία έληξε με την υποχώρηση του ελληνικού στρατού στη Λάρισα. Στο κέντρο του χωριού βρίσκεται ο ναός του Αγίου Δημητρίου, ο οποίος χτίστηκε το 1898. Στο χωριό βρίσκεται επίσης η ανακατασκευασμένη εκκλησία της Παναγίας, η οποία καταστράφηκε στον πόλεμο του 1897 από τους Τούρκους και ξαναχτίστηκε τη δεκαετία του 1980. Στην είσοδο του χωριού βρίσκεται το ξωκλήσι του Αγίου Αθανασίου, του 1968. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Δένδρα

Το χωριό ιδρύθηκε το 1912 και οι κάτοικοί του ασχολούνται κυρίως με την γεωργία. Προστάτης των Δένδρων είναι ο Άγιος Αντώνιος ο νέος, το εκκλησάκι του οποίου βρίσκεται 3χλμ νότια του χωριού. Κάθε χρόνο στο τέλος του Αυγούστου γιορτάζονται για 6 μέρες τα «Αγιαντώνεια». Ο Πολιτιστικός Σύλλογος του χωριού συγκεντρώνοντας μαρμάρινα ευρήματα δημιούργησε ένα μικρό αρχαιολογικό πάρκο στη πλατεία του χωριού.  Στη θέση Γκρέμουρας των Δένδρων μαρτυρείται η ύπαρξη της αρχαίας πόλης Άργισσας, την οποία αναφέρει ο Όμηρος στην Ιλιάδα για τη διάκριση του βασιλιά της Πολυποίτου σε αγώνες δισκοβολίας. Πατέρας του Πολυποίτου ήταν ο Πειρίθους στο γάμο του οποίου έγινε η Κενταυρομαχία, την οποία απεικόνισε ο Φειδίας σε γλυπτό του Παρθενώνα, που τώρα βρίσκονται στο Λονδίνο (Ελγίνεια). Ο Πειρίθους πήρε μέρος στην Αγροναυτική εκστρατεία. Στο κέντρο του χωριού υπήρχε ο πετρόχτιστος ναός των Αγίων Αθανασίου (πανηγυρίζει στις 18 Ιανουαρίου) και Αντωνίου. Σημαντικές τοιχογραφίες του 25τ.μ, αποτοίχισε το 1991 το Λαογραφικό μουσείο Λάρισας. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Τυρνάβου)

Δολίχη

Ο οικισμός της Δολίχης βρίσκεται σε υψόμετρο 590 μέτρων. Οι κάτοικοί της ασχολούνται κυρίως με την καλλιέργεια της γης και την κτηνοτροφία. Η αρχαία Δολίχη, μαζί με την Άζωρο και το Πύθιο, αποτελούσαν την Περραιβική Τριπολίτιδα του 5ου αι. π.Χ. Πρόκειται για πανάρχαια πόλη, την οποία το σύνολο των ερευνητών τοποθετεί ανάμεσα στο Σαραντάπορο και στα βορειοδυτικά της σημερινής Δολίχης. Στην περιοχή βρέθηκαν επιτύμβιες πλάκες και απελευθερωτικές επιγραφές, ενώ σε εξέλιξη είναι η αποκάλυψη αρχαίου τείχους του δυτικού σκέλους της οχύρωσης της πόλης. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ελασσόνας)

Δομένικο

Ο οικισμός Δομένικο είναι χτισμένος σε υψόμετρο 280 μέτρων. Η αρχαία πόλη που βρισκόταν στη θέση που είναι τώρα χτισμένο το Δομένικο, ονομαζόταν Χυρετίαι. Οι σημερινοί κάτοικοι του χωριού ασχολούνται με τη γεωργία (παραγωγή καπνών, σιτηρών και αμυγδάλων) και την κτηνοτροφία. Στη θέση Βρυζόστι, μέσα σε έκταση 10 στρεμμάτων υπάρχουν διασκορπισμένα υπολείμματα 13 νερόμυλων καθώς και αρχαίων τειχών. Ο Ναός της Παναγίας, στην ίδια θέση, είναι χτισμένος με αρχαία υλικά, πιθανότατα πάνω στο ιερό αρχαίου ναού. Αξιόλογο για επίσκεψη είναι και το ο Βυζαντινό – Αρχαιολογικό μουσείο του οικισμού. Έχουν γίνει προσπάθειες ώστε να παράγονται στην περιοχή χειροποίητα πούρα υψηλής ποιότητας, με τις προδιαγραφές των κουβανέζικων. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ελασσόνας)

Δρυμός

Ο οικισμός του Δρυμού (παλιά ονομασία Δριάνοβο) βρίσκεται βόρεια της Ελασσόνας, αναπτύσσεται σε υψόμετρο 470 μέτρων. Οι κάτοικοί του σήμερα ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Στον οικισμό υπάρχει ο ενοριακός ναός του Προφήτη Ηλία (1810), ο οποίος, παρόλο που καταστράφηκε το 1987, ξαναχτίστηκε πολύ σύντομα. Στη νοτιοανατολική πλευρά του χωριού απλώνεται η «Κλαδερή», ένα δάσος κατάφυτο από κυπαρίσσια και πεύκα, ιδανικός προορισμός για περίπατο και επαφή με το φυσικό περιβάλλον. Στην είσοδο του χωριού, στη θέση Πηγαδούλι (Μπιαδούλι) υπάρχει πετρόκτιστη βρύση με δροσερό νερό, η  οποία παλαιότερα κάλυπτε τις ανάγκες του χωριού σε πόσιμο νερό. Υπάρχει ακόμα δασικό μονοπάτι, διαμέσου του φαραγγιού (ρέμα «Κουραδιάρη») το οποίο συνδέει τον οικισμό με την Ελασσόνα, μέσα σε 30 – 45 λεπτά. Ωστόσο, σήμερα το μονοπάτι αυτό έχει μετατραπεί σε αγροτικό δρόμο που είναι βατός για κάθε είδος οχήματος, ιδιαίτερα κατά τους θερινούς μήνες. Στη νότια πλευρά του οικισμού λειτουργεί πίστα απογείωσης αλεξίπτωτων πλαγιάς. Αποσκοπώντας στη διευκόλυνση και στήριξη των γεωργοκτηνοτρόφων της περιοχής, κατασκευάστηκε ένα μικρό φράγμα κοντά στο χωριό (στη θέση «Παπά Βιρός»), το οποίο θα διευκολύνει πρακτικά τους γεωργούς και του κτηνοτρόφους σε θέματα ύδρευσης και αποταμίευσης νερού. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ελασσόνας)

 

Ελαία

Η Ελαία βρίσκεται στα βορειοδυτικά του νομού και βόρεια του Πηνειού ποταμού σε υψόμετρο 180 μέτρα. Ενοριακός ναός του χωριού είναι η εκκλησία του Αγίου Αθανασίου. Αναφέρεται επίσημα, μετά την ένωση της Θεσσαλίας, με το παλιό της όνομα από την τουρκοκρατία ως Κιτσιλέρ το 1883 και το 1927 μετονομάστηκε σε Εληά. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)


Ελάτεια

Η Ελάτεια είναι χτισμένη στους πρόποδες της δυτικής πλευράς του όρους Όσσα (Κίσσαβος). Παλαιότερα ονομαζόταν Μικρό Κεσερλί. Το χωριό άρχισε να κατοικείται από Έλληνες κατοίκους κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, κυρίως από Σαρακατσαναίους κτηνοτρόφους. Στην περιοχή αυτή κατά τους αρχαίους χρόνους υπήρχε πόλη με το ίδιο όνομα, Ελάτεια, η οποία μαζί με τους Γόννους ήλεγχαν τα στενά των Τεμπών. Αν και δεν έγιναν ανασκαφές ευρέθησαν κατά καιρούς ορισμένα αρχαία. Στο χωριό κατασκευάστηκαν κατά τη δεκαετία του ’20 τέσσερα ελαιοτριβεία, ένα από τα οποία κινείτο με μηχανή Deutz semi-diesel, τα δε υπόλοιπα ήταν χειροκίνητα. Σήμερα δε λειτουργούν αυτά πλέον, λειτουργούν όμως άλλα σύγχρονα. Το Μουσείο Θεσσαλικής Ζωής της οικογένειας Συρμακέζη αποτελεί ένα πολυχώρο προσομοίωσης παραδοσιακών αγροτικών δραστηριοτήτων και δίνει στον επισκέπτη τη δυνατότητα να «ζήσει» την εμπειρία του παρελθόντος. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Ελευθερές

Οι Ελευθερές είναι χτισμένες σε υψόμετρο 95 μέτρων. Ευρήματα της Νεολιθικής και Κλασικής εποχής εντοπίστηκαν στη λοφώδη περιοχή ΝΔ του χωριού. Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού του χωριού αποτελείται από ντόπιους πληθυσμούς. Κύρια ενασχόληση των κατοίκων του χωριού είναι η γεωργία και η κτηνοτροφία. Στα βόρεια του οικισμού, στην τοποθεσία Μεγάλη Βρύση, όπου το εκκλησάκι του Αγίου Χαραλάμπους, γίνεται κάθε χρόνο το πανηγύρι του Αγίου (10/2) και με την ευκαιρία μοιράζεται στους παρευρισκόμενους βρασμένο ρύζι και κρασί. Άλλα δύο πανηγύρια γίνονται στη μνήμη των Αγίων Κοσμά του Αιτωλού (24/8) και Βησσαρίωνος του Θαυματουργού. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Ευαγγελισμός

Ο οικισμός του Ευαγγελισμού βρίσκεται νοτιοδυτικά της Ελασσόνας, αναπτύσσεται σε υψόμετρο 210 μέτρων και είναι χτισμένος στις όχθες του Τιταρήσιου ποταμού. Οι κάτοικοί του σήμερα ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Κάθε επισκέπτης μπορεί να επισκεφτεί τον Ενοριακό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και το γραφικό ξωκλήσι του Αγίου Αθανασίου. Πολύ κοντά βρίσκεται και το όμορφο δάσος της Ψηλοράχης. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ελασσόνας)

 

Θετίδιο

Το χωριό Θετίδιο είναι χτισμένο σε υψόμετρο 321 μέτρα και μέχρι το 1919, ονομαζόταν Αλχανί. Οι κάτοικοί του ασχολούνται αποκλειστικά με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Καλλιεργούν σιτάρι, κριθάρι, βαμβάκι και βιομηχανική τομάτα. Υπάρχουν επίσης αρκετές κτηνοτροφικές μονάδες, όπου εκτρέφονται πρόβατα και γαλοπούλες. Από δημογραφικής άποψης ο πληθυσμός του χωριού, βαίνει συνεχώς μειούμενος. Στη δυτική άκρη του Θετιδίου, βρίσκεται «καταχωνιασμένος» μέσα στη γη, ο βυζαντινός ναός της Υπαπαντής του Χριστού. Η σκεπή του βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με την επιφάνεια της γης. Ο ναός, λιτός και απέριττος, οικοδομήθηκε με πέτρα και πηλό πριν από πολλούς αιώνες, στα 1100 μ.Χ., σε μια δασώδη, ερημική και απρόσιτη για την εποχή εκείνη περιοχή, σε μέρος δηλαδή όπου ήταν αδύνατο να τον εντοπίσει ανθρώπινο μάτι, γιατί τον περιτριγύριζαν πυκνά και πανύψηλα δέντρα, κυρίως βελανιδιές, αλλά και γιατί, όπως προαναφέρθηκε, ήταν χτισμένος μέσα στη γη. Η παρουσία ενός κελιού μαρτυρεί ότι ο ναός αποτελούσε το βασικό κτίσμα μοναστηριού, στο οποίο ησύχαζαν ασκητές και μοναχοί, μέχρι το 1720. Τότε κατέφθασαν και εγκαταστάθηκαν νέοι κάτοικοι, που ίδρυσαν το χωριό Αλχανί (τουρκική ονομασία) και το σημερινό Θετίδιο. Οι Αλχανιώτες ασχολήθηκαν σχεδόν αποκλειστικά με τη γεωργία5 και την κτηνοτροφία. Εξαιρετικά χρήσιμα ήταν τότε τα επαγγέλματα του χαλκιά (σιδηρουργού), του πεταλωτή, του βαρελά, της μοδίστρας και του καφετζή – μπακάλη. Έτσι οι μοναχοί αναχώρησαν σε άλλη, προφανώς ερημική, περιοχή. Έκτοτε ο βυζαντινός ναός αποτέλεσε την εκκλησία του νεοϊδρυθέντος οικισμού (1720). Όλες οι χριστιανικές τελετές πραγματοποιούνταν εκεί, επί 244 ολόκληρα χρόνια, μέχρι το 1964, οπότε ανηγέρθη η καινούργια εκκλησία του χωριού, σε απόσταση 400 μέτρων περίπου, από την παλιά. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

 

Ιτέα

Είναι προνόμιο να ζεις κοντά στον Πηνειό. Να μπορείς να θαυμάσεις την κίνηση του νερού στη διαδρομή του προς τη θάλασσα. Πλατάνια κατά μήκος του ποταμού, κτήματα και καλλιέργειες στο καφέ-πράσινο της φύσης και μυρωδιές που σε φέρνουν σε ισορροπία με τις εσωτερικές σου δυνάμεις, οξύνουν τις αισθήσεις. Γέφυρα ενώνει τις όχθες του ποταμού, εκεί όπου παλαιότερα μια πλωτή κατασκευή η «περαταριά» ή «Καράβι» διευκόλυνε τη μετακίνηση ανθρώπων και εμπορευμάτων. Στη γραφική Ιτέα, σου δίνεται η δυνατότητα να ξεκουραστείς για λίγο, καθώς έρχεσαι σε επαφή με τη μητέρα γη. Για τους φίλους του κρασιού, στην Ιτέα βρίσκεται το επισκέψιμο οινοποιείο Ντούγκου. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Τεμπών)

 

Καλλιθέα

Η Καλλιθέας είναι χτισμένη σε υψόμετρο 520 μέτρων. Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας αποτελούσε Τούρκικο τσιφλίκι, με την ονομασία Σάντοβο ή Ορμανλί. Κύρια ασχολία των κατοίκων είναι ο πρωτογενής τομέας (γεωργία – κτηνοτροφία). (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ελασσόνας)


Καλλιπεύκη

Η Καλλιπεύκη είναι χτισμένη σε υψόμετρο 1054 μέτρων. Η παλιά του ονομασία του χωριού πριν 1927 ήταν «Νεζερός», η οποία προέρχεται από τη σλαβική ρίζα «έζερο» (το “ν” είναι ευφωνικό), που σημαίνει λίμνη. Η Καλλιπεύκη ιδρύθηκε κατά τους ύστερους ρωμαϊκούς χρόνους και υπήρξε από το 10ο αι μ.Χ. έδρα επισκόπου, εξαρτώμενου από το Μητροπολίτη Λάρισας. Κεντρικό σημείο του Κάτω Ολύμπου, αποτέλεσε σπουδαία θέση των κλεφτών κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Μέχρι το 1911 υπήρχε στην περιοχή η λίμνη Ασκυρίδα ή Ασκουρίδα, η οποία αποξηράνθηκε και έδωσε θέση για καλλιεργήσιμες εκτάσεις 5.500 στρεμμάτων. Το σημερινό όνομα του χωριού οφείλεται στα ωραία πευκοδάση που το περιβάλλουν. Γνωστά αξιοθέατα αποτελούν η Αγία Τριάδα και η Πατωμένη. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Καλοχώρι

Το Καλοχώρι (παλιότερη ονομασία Τόιβασι ή Ορτά) βρίσκεται στους πρόποδες Κισσάβου και κατοικείται κυρίως από Βλάχους με καταγωγή από το Περιβόλι των Γρεβενών. Στην περιοχή του Καλοχωρίου εντοπίσθηκαν ευρήματα Νεολιθικής εποχής και της Εποχής του Χαλκού. Αξιόλογη είναι η εκκλησία του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου που πανηγυρίζει στις 7 Ιανουαρίου και το παλιό Δημοτικό σχολείο, το οποίο χτίστηκε το 1908 με δωρεά του ευεργέτη Ανδρέα Συγγρού το οποίο έχει χαρακτηρισθεί «διατηρητέο μνημείο». Σημαντική εκδήλωση του χωριού αποτελεί το καρναβάλι που διοργανώνεται κάθε Καθαρή Δευτέρα. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Τεμπών)

Καλύβια

Ο οικισμός Καλύβια είναι χτισμένος σε υψόμετρο 700 μέτρων. Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Κοντά στον οικισμό, στην κορυφή Τουρκοφωλιά, λειτουργεί οργανωμένη πίστα απογείωσης αιωρόπτερων και αλεξίπτωτων πλαγιάς, που λειτουργεί ως πόλος έλξης για επισκέπτες και αθλητές από πολλές χώρες του κόσμου. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ελασσόνας)

Καλύβια Αναλήψεως

Ο οικισμός Καλύβια Αναλήψεως είναι χτισμένος σε υψόμετρο 230 μέτρων. Σημαντικό μνημείο της περιοχής η Ιερά Μονή Αναλήψεως του Σωτήρος, κατά την εορτή του οποίου συρρέουν προσκυνητές από όλο το Νομό Λάρισας. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ελασσόνας)


Καρίτσα

Η Καρίτσα ή Καρύτσα βρίσκεται βορειοανατολικά της Λάρισας κοντά στις εκβολές του ποταμού Πηνειού στο Αιγαίο πέλαγος (Νότιος Θερμαϊκός κόλπος), σε υψόμετρο 300 μέτρα. Απέχει περίπου 54 χλμ. ΒΑ. από την Λάρισα και 34 χλμ. Β. από την Αγιά (έδρα του δήμου). Βορειοδυτικά του χωριού είναι το Στόμιο και νοτιοδυτικά το Κόκκινο Νερό.

Παλαιότερα η σωστή ορθογραφία ήταν Καρύτσα με το ύψιλον. Τα τελευταία χρόνια, όμως, η ορθογραφία έχει απλοποιηθεί και καθιερώθηκε σαν επίσημη ορθογραφία Καρίτσα με το γιώτα

Από την Καρύτσα καταγόταν το ηγετικό στέλεχος του εργατικού κινήματος των ΗΠΑ Σταύρος Κουτόβας (Steve Katovis), ο οποίος δολοφονήθηκε το 1930 στη Νέα Υόρκη κατά τη διάρκεια μιας εργατικής συγκέντρωσης. Επίσης από την Καρύτσα καταγόταν και ο επαναστάτης  Γεώργιος Βόγιας  γνωστός με το ψευδώνυμο Καπετάν Καρτσιώτης, καπετάνιος του ΕΛΑΣ και υποστράτηγος του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ). Έπεσε ηρωικά 21 Μαΐου 1947 στον Κόζιακα του νομού Τρικάλων.

Αναφέρεται επίσημα, μετά την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας, το 1883 στο ΦΕΚ 126Α - 02/04/1883 γραμμένη ως Καρύτσα (με "υ") να προσαρτάται στον τότε δήμο Ευρυμενών. Το 1912 με το ΦΕΚ 262Α - 31/08/1912 ορίστηκε έδρα της ομώνυμης νεοϊδρυθείσας κοινότητας και το 1940 το όνομά της διορθώθηκε σε Καρίτσα. Σύμφωνα με το πρόγραμμα Καλλικράτης, μαζί με την Αγία Παρασκευή, το Κόκκινο Νερό και την Πλατειά Άμμο αποτελούν την κοινότητα Καρίτσης που υπάγεται στη Δημοτική Ενότητα Ευρυμενών του Δήμου Αγιάς και σύμφωνα με την απογραφή 2021 απογράφησαν 491 κάτοικοι.    wikipedia.org

Καρυά

Ο οικισμός της Καρυάς είναι χτισμένος σε υψόμετρο 900 μέτρων στις νοτιοδυτικές πλαγιές του Ολύμπου. Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με την κτηνοτροφία η οποία ευνοείται ιδιαίτερα από τα γεωγραφικά χαρακτηριστικά της περιοχής, η οποία είναι πλούσια σε βοσκοτόπια, αλλά και με τη γεωργία και την υλοτομία στα πλούσια δάση του νότιου Ολύμπου. Η Καρυά φημίζεται για το άριστο κλίμα της και το εξαίσιο φυσικό περιβάλλον. Στην περιοχή υπάρχουν η Μονή Κανάλων (11ος αι.) με σημαντικές τοιχογραφίες, και η μονή Κλημάδων (σε απόσταση 6 χλμ. από την Καρυά και σε υψόμετρο 1150 μ.), σπουδαίο κέντρο γραμμάτων και προεπαναστατικής δράσης. Κοντά στο χωριό υπάρχει το αξιόλογο (αλλά ανεξερεύνητο) σπήλαιο Μοριά με σταλακτίτες και σταλαγμίτες. Από την Καρυά διέρχεται το διεθνές μονοπάτι Ο2 που συνδέει τον Όλυμπο με το Πήλιο, και όπως είναι φυσικό, το χωριό αποτελεί ιδανική αφετηρία για ανάβαση στις κορυφές του Ολύμπου: Μεταμόρφωση (2699 μ.), Φράγκου Αλώνι (2677 μ.), Κακάβρακα (2618 μ.), Εννέα Πύργους (2450 μ.). Άλλες προτεινόμενες διαδρομές είναι: α) το διεθνές μονοπάτι Ο2 προς τον Όλυμπο (συναντά το ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε4 που έρχεται από τον Κοκκινοπηλό), β) Καρυά – Καλλιπεύκη. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ελασσόνας)

Καστράκι

Το Καστράκι είναι χτισμένο σε υψόμετρο 245 μέτρων δίπλα στον ρου του ποταμού Ενιπέα. Το αρχικό (Τούρκικο) όνομα του χωριού όπως αναγράφεται στο αρχικό συμβόλαιο αγοράς του τσιφλικιού (1884) ήταν Κολοκλόμπασι, Κοκλόμπασι ή Κουκλόμπασι (αναφέρεται και με τις τρεις εκδοχές). Η ονομασία που χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι όμως ήταν το Κουκλόμπασι. Το 1957 μετονομάστηκαν πολλά χωριά του Νομού Λάρισας, έτσι έγινε και η αλλαγή του ονόματος του χωριού σε Καστράκιον (Καστράκι πλέον). Το νέο όνομα, οφείλεται σε λείψανα τειχών και θέσης ενός κάστρου, που βρέθηκαν σε ένα λόφο, σε απόσταση περίπου 3 χλμ. βόρεια του χωριού. Η αρχική πρόθεση των κατοίκων ήταν να ονομάσουν το χωριό «Νεράιδα» από το όνομα του βουνού που βρίσκεται ΝΑ του χωριού και το ονομάζουν «Νεραιδή». Το όνομα αυτό όμως είχε ήδη δοθεί από το 1927, σε διπλανό χωριό. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Κεφαλόβρυσο

Ο οικισμός του Κεφαλόβρυσου βρίσκεται δυτικά της Ελασσόνας και είναι χτισμένος σε υψόμετρο 250 μέτρων. Οι κάτοικοι ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, με «σήμα κατατεθέν» τις περίφημες φράουλες και τα οπωροκηπευτικά. Ένας περίπατος δίπλα στη λίμνη Μάτι αλλά και στους παραποτάμους του Τιταρήσιου, τον Ξηριά και το Βούλγαρη θα αποζημιώσει τον επισκέπτη, χαρίζοντάς του μια υπέροχη αίσθηση ηρεμίας και αναζωογόνησης. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και το υπό έρευνα σπήλαιο (προς το Παλαιόκαστρο) που ανακαλύφτηκε το Μαρτίου του 1995, με μήκος 1800 μ., γεμάτο μικρές λίμνες και σταλακτίτες – σταλαγμίτες που σχηματίζουν πρωτότυπες μορφές και σχήματα. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ελασσόνας)

Κιλελέρ

Το Κιλελέρ είναι γνωστό για την αιματηρή αγροτική εξέγερση στις 6 Μαρτίου 1910, όταν οι χωροφύλακες πυροβόλησαν εν ψυχρώ τους κολίγες οι οποίοι διεκδικούσαν να τους μοιραστούν τα τσιφλίκια της Θεσσαλίας. Η εξέγερση στη συνέχεια επεκτάθηκε και σε άλλες περιοχές της Θεσσαλίας και θεωρείται ορόσημο στην επίλυση του αγροτικού ζητήματος της Ελλάδας. Το Κιλελέρ βρίσκεται στο θεσσαλικό κάμπο σε υψόμετρο 75 μέτρων. Στα νότια-νοτιοανατολικά του οικισμού βρίσκεται το ύψωμα «Τζαμί», με επίμηκες σχήμα και πεπλατυσμένη κορυφή. Σήμερα εκεί βρίσκεται το υδραγωγείο του χωριού. Κοντά στο χωριό βρίσκονται επίσης οι μαγούλες «Τσανάκα» και «Κυριακή» στα βόρεια-βορειοδυτικά, «Γρίβα» στα δυτικά-βορειοδυτικά και «Βρωμόπετρα» στα νότια. Το όνομα Κιλελέρ είναι τουρκικό. Ετυμολογικά παράγεται από την λέξη göl (γκιολ), που σημαίνει λίμνη, λάκκος, έλος. Παλαιότερα υπήρχαν πολλά έλη στην περιοχή. Ο πληθυντικός της λέξης είναι göleler (Κιολελέρ), και τελικά Κιλελέρ που σημαίνει ελώδης τόπος. Λερ και Λαρ είναι καταλήξεις πληθυντικού αριθμού ονομάτων στην τουρκική γλώσσα. Ο οικισμός από το 1919 μέχρι το 1985 ονομαζόταν Κυψέλη. Στην περιοχή έχουν ανασκαφεί οικισμοί της νεολιθικής εποχής και έχουν ανακαλυφθεί ευρήματα εκείνης της περιόδου. Στο ύψωμα «Τζαμί» βρέθηκε μυκηναϊκός λακκοειδής τάφος. Στον τάφο βρέθηκαν 5 μυκηναϊκά αλάβαστρα και χάντρες από ορεία κρύσταλλο. Το ύψωμα Τζαμί πήρε το όνομά του από το τζαμί που ήταν κατασκευασμένο εκεί. Σήμερα σώζονται μόνο μερικά ερείπια. Ο Αργύρης Φιλιππίδης στο έργο του Μερική Γεωγραφία, το οποίο γράφηκε το 1815, αναφέρει ότι στο Κιλελέρ υπήρχαν 30 σπίτια Χριστιανών και 10 Μουσουλμάνων (Τούρκων), οι οποίοι όμως παλιότερα ήταν περισσότεροι, γι’ αυτό και στην περιοχή κατασκευάστηκε τζαμί. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Κλεισούρα

Ο οικισμός της Κλεισούρας βρίσκεται βορειοδυτικά της Ελασσόνας, αναπτύσσεται σε υψόμετρο 520 μέτρων. Πρόκειται για έναν αραιοκατοικημένο οικισμό και οι λιγοστοί κάτοικοί του ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Εκκλησία του χωριού είναι ο Ιερός Ναός Πέτρου και Παύλου (1959) που χτίστηκε με ενέργειες των απόδημων κατοίκων. Ωστόσο, ερχόμενος ο επισκέπτης θα θαυμάσει άφθονες ομορφιές στη φύση του χωριού και η θέα της γύρω περιοχής θα τον αποζημιώσει και θα τον γαληνέψει. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ελασσόνας)

Κοκκινόγη

Το χωριό είναι χτισμένο σε υψόμετρο 540 μέτρων, στις απολήξεις του Ολύμπου. Οι κάτοικοι του ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Το χωριό κατά τους Οθωμανικούς χρόνους ήταν τσιφλίκι με την ονομασία Δεμιράδες. Στα μέσα του 18ου αιώνα χτίστηκε βορειοδυτικά του χωριού η μονή του Αγίου Αντωνίου, η οποία άκμασε στις αρχές του 19ού αιώνα και έγινε σταυροπηγιακή. Σύμφωνα με την παράδοση στη μονή λειτούργησε ως κρυφό σχολείο την περίοδο της Τουρκοκρατίας και κατά τους Βαλκανικούς πολέμους μετατράπηκε σε στρατιωτική νοσηλευτική μονάδα. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Κοκκινοπηλός

Ο Κοκκινοπηλός είναι χτισμένος σε υψόμετρο 1.150 μέτρων. Από τον οικισμό διέρχεται το ευρωπαϊκό μονοπάτι μεγάλων διαδρομών Ε4 και οι ορειβάτες – πεζοπόροι – φυσιολάτρες που θα το πορευτούν στις πλαγιές του Ολύμπου μπορούν να επισκεφτούν το μαγευτικό ρέμα της Σταλαγματιάς (γεμάτο έλατα και μαυρόπευκα), όπως και να κατευθυνθούν προς τη θέση Ρόνα για θαυμάσια θέα όλου του κάμπου, καθώς και να αγναντέψουν τις ψηλότερες κορυφές του Ολύμπου από την κορυφή Βουλγάρα. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ελασσόνας)

Κουλούρα

Η Κουλούρα βρίσκεται στα όρια με την Περιφερειακή Ενότητα Πιερίας κοντά στις εκβολές του Πηνειού ποταμού. Βόρεια του χωριού είναι το Καστρί-Λουτρό, βορειοανατολικά τα Νέα Μεσάγκαλα, νότια ο Παλαιόπυργος. Αναφέρεται επίσημα το 1928 να προσαρτάται στην τότε κοινότητα Κρανιάς. Σύμφωνα με το πρόγραμμα Καλλικράτης, μαζί με την Κρανιά, την Παραλία Κουλούρας και τις Μαθητικές Κατασκηνώσεις αποτελούν την κοινότητα Κρανέας που υπάγεται στη Δημοτική Ενότητα Κάτω Ολύμπου του Δήμου Τεμπών και σύμφωνα με την απογραφή 2011 έχει 88 κατοίκους.


Κρανιά

Χαρακτηρισμένη ως παραδοσιακός οικισμός η Κρανιά, έχει αναγεννηθεί από τις στάχτες της πολλές φορές (Τούρκοι και Γερμανοί κατακτητές). Οι κάτοικοι έχουν επιδείξει δύναμη ψυχής, καθώς έχουν καταφέρει να προοδεύσουν και να διατηρήσουν την παράδοση σε σημαντικό βαθμό. Αγαπημένος προορισμός καλοκαιρινών διακοπών, χαρίζει πανοραμική θέα ως τη Χαλκιδική κατέχοντας μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά όλων όσοι την επισκέπτονται. Χορταίνει η ματιά πράσινο από τα πλατάνια, θαλασσί του Αιγαίου, λευκό από τις χιονισμένες κορυφές του Κισσάβου και μοναδική απόλαυση της χρωματικής παλέτας που εμφανίζεται στον ουρανό στο καλωσόρισμα της κάθε μέρας. Παραδοσιακή πλατεία, μοναδικής ομορφιάς εκκλησίες με ιστορία και σημαντικά κειμήλια. Στο υπαίθριο θέατρο που βρίσκεται στο Χοροστάσι στην άκρη του χωριού, φιλοξενούνται κάθε καλοκαίρι σημαντικές παραστάσεις και πολιτιστικά δρώμενα. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Τεμπών)

Κρανιά Ελασσόνας

Η Κρανέα (Ξηροκρανιά) απέχει από την Ελασσόνα 35 χλμ. και είναι χτισμένη σε υψόμετρο 760 μ. Ένα ακόμη χωριό που οι κάτοικοι του παρουσίασαν σπουδαία αντιστασιακή δράση στην κατοχή. Το σπουδαιότερο μνημείο του χωριού αποτελεί η Μονή Παλαιοκαριάς, η οποία ιδρύθηκε πριν τον 17ο αι. και είναι αφιερωμένη στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος.

Αξιέπαινη ενέργεια των κατοίκων είναι η δημιουργία μουσείου, που στεγάζεται στο Πνευματικό Κέντρο του χωριού και συμβάλλει στη διατήρηση των εθίμων και της παράδοσης του τόπου.

Κυψελοχώρι

Το Κυψελοχώρι βρίσκεται σε υψόμετρο 95 μέτρα. Δυτικά του είναι η Βιομηχανική Περιοχή Λάρισας και περνάει η Σιδηροδρομική γραμμή Πειραιά-Θεσσαλονίκης ενώ ανατολικά το Συκούριο. Αναφέρεται επίσημα, μετά την ένωση της Θεσσαλίας, με το παλιό του όνομα από την τουρκοκρατία ως Μπαλτζί το 1883 και το 1940 μετονομάστηκε σε Κυψελοχώριον. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

 

Λιβάδι

Ο οικισμός του Λιβαδίου είναι χτισμένος σε υψόμετρο 1.200 μέτρων στις πλαγιές του Τιτάριου. Διατηρεί τη γραφικότητα του και τις παραδόσεις του που τις έλκει από τη βλάχικη καταγωγή των κατοίκων του. Στη δεκαετία του 50 και παλαιότερα, το Λιβάδι ήταν ένα από τα σημαντικότερα παραθεριστικά κέντρα της Θεσσαλομακεδονίας, γνωστό για το υγιεινό του κλίμα και την αγνότητα των προϊόντων του. Ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει στο Λιβαδι, τα λιθόστρωτα δρομάκια, τον αιωνόβιο πλάτανο και τη βρύση με το κρυστάλλινο νερό στην πλατεία, να επισκεφθεί το σπίτι του Γεωργάκη Ολύμπιου που λειτουργεί ως μουσείο. Αξιόλογα φυσικά σημεία είναι η Σαπκά που μαγεύει τον επισκέπτη, χειμώνα καλοκαίρι, τα Στουρνάρια μια θαυμάσια περιοχή κοντά στο Χαϊδάρι με πανύψηλες οξιές, εξαιρετικό νερό, ποικίλη βλάστηση και ονειρώδη ξέφωτα. Τα πρόσφατα αρχαιολογικά ευρήματα στο Καστρί με το χριστιανικό ναό και το περίφημο ψηφιδωτό τοποθετούν τις χριστιανικές λατρευτικές δραστηριότητες των κατοίκων στην πρωτοβυζαντινή εποχή. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ελασσόνας)

Λουτρό

Το Λουτρό ή Λουτρός είναι χτισμένο σε υψόμετρο 740 μέτρων, στα Καμβούνια όρη. Οι κάτοικοι του ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Υπάρχουν ίχνη κατοίκησης στην περιοχή από τον 6ο αιώνα. Κατά τη διάρκεια των Οθωμανικών χρόνων το χωριό ήταν έδρα κλεφτών και αρματολών. Στο χωριό βρίσκεται ο ναός του Αγίου Νικολάου, του 1820, και το παρεκκλήσι της Αγίας Παρασκευής. Ανήμερα της Αγίας Παρασκευής, στις 26 Ιουλίου, διοργανώνεται πανηγύρι. Το χωριό περιβάλλεται από δάσος ελάτων. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Λόφος Φαρσάλων

Ο Λόφος μέχρι το 1957 ονομαζόταν Παζαρλάδες. Το χωριό είναι χτισμένο σε υψόμετρο 540 μέτρων, στις απολήξεις του Ολύμπου. Οι κάτοικοι του ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Οι Παζαρλάδες ή Παζαρλή κατά τους Οθωμανικούς χρόνους ήταν τσιφλίκι. Μετά την ανταλλαγή πληθυσμών, στο χωριό εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες κυρίως από την περιοχή του Πόντου, και συγκεκριμένα τα Σορχούν, κοντά στην Νεοκαισάρεια, και Τάζου, και από τους Φιλιππαίους Γρεβενών. Το χωριό από το 1927 μέχρι το 1935 ονομαζόταν Κάτω Φιλιππαίοι. Στο χωριό λειτουργεί σχολικό και λαογραφικό μουσείο, το οποίο στεγάζεται στο κτίριο του δημοτικού σχολείου. Ο ενοριακός ναός του χωριού είναι αφιερωμένος στον Άγιο Νικόλαο, ο οποίος αναγέρθηκε το 1930. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Λυκούδι

Το Λυκούδι είναι χτισμένο σε υψόμετρο 410 μέτρων και οι κάτοικοι του ασχολούνται με τη γεωργία και συγκεκριμένα την καλλιέργεια σιτηρών και καπνού, και την κτηνοτροφία, με αιγοπρόβατα ελευθέρας βοσκής. Το Λυκούδι έχει ταυτιστεί με το χωριό Λακίδε που αναφέρεται σε κατάστιχο του 1454. Το χωριό αυτό βρισκόταν στη Μπιτσέρια και οι κάτοικοί του εγκαταστάθηκαν στη θέση του σημερινού χωριού το 18ο αιώνα. Το 1874 άρχισε να λειτουργεί στο Λυκούδι σχολείο. Το 1912, μετά τη μάχη του Σαρανταπόρου, η περιοχή έγινε τμήμα της Ελλάδας. Κατά τη διάρκεια της κατοχής το χωριό ήταν έδρα αντιστασιακών και βρετανικών ταξιαρχών και έτσι πυρπολύθηκε το 1943 από τις κατοχικές δυνάμεις. Ο πληθυσμός του χωριού άρχισε να μειώνεται μετά τη δεκαετία του 1960. Οι ναοί της Αγίας Παρασκευής και του Αγίου Γεωργίου έχουν χαρακτηριστεί ιστορικά διατηρητέα μνημεία. Ο ναός της Αγίας Παρασκευής είναι τρίκλιτη βασιλική με δίρριχτη στέγη, η οποία φέρει αποτμήσεις στην ανατολική και στην δυτική πλευρά. Χρονολογείται στο τέλος του 18ου αιώνα. Στο ναό σώζεται τμήμα από το παλαιό τέμπλο καθώς και το βημόθυρό του. Βορειανατολικά του ναού υπάρχει κωδωνοστάσιο. Ο ναός του Αγίου Γεωργίου βρίσκεται λίγο έξω από το χωριό και χτίστηκε στις αρχές του 20ού αιώνα. Είναι μονόκλιτη βασιλική με ημικυκλική κόγχη στην ανατολική πλευρά. Εσωτερικά, από το αρχικό τέμπλο του ναού σώζεται το επιστήλιο, 15 εικονίδια του τέμπλου και μια δεσποτική εικόνα, οι οποίες χρονολογούνται στο α’ ήμισυ του 19ου αιώνα. Στο χωριό σώζεται επίσης η βρύση του Τσάρα, η οποία χτίστηκε στο τέλος του 18ου αιώνα. Στο χωριό σώζονται και μερικά από τα παραδοσιακά πετρόκτιστα κτίρια της περιοχής. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)


(συνεχίζεται στο  blog-post_2 )

Το διαβάσαμε στο  onlarissa.gr  04/04/2024

Πηγή δημοσιεύματος:

Πόλεις & Χωριά στο Νομό Λάρισας   greecedestination.gr

Από το αρχικό δημοσίευμα, λείπει αναφορά σε μερικά χωριά και οικισμούς της περιοχής.


Δείτε ακόμα:

Χωριά του νομού Λάρισας  el.wikipedia.org

Χωριά της Λάρισας που αξίζει να επισκεφθεί κάθε Λαρισαίος και ας μην του πέρασαν ποτέ από το μυαλό – Η ξεχωριστή ομορφιά τους (φωτο)  onlarissa.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου